
Προσπαθώντας να βάλει «φρένο» στην εμμονή του κράτους σε
αβάσιμες δίκες, η Δικαιοσύνη επιβάλλει πλέον και στο Δημόσιο αλλεπάλληλες χρηματικές ποινές, σε μία προσπάθεια να «τιμωρήσει» και συνακόλουθα να περιορίσει την κρατική «δικομανία», που φορτώνει τα δικαστήρια με τεράστιο όγκο υποθέσεων. Προχωρώντας σε τολμηρά νομολογιακά βήματα το Συμβούλιο της Επικρατείας άρχισε να επιβάλλει πρόστιμα και στο ίδιο το κράτος, όταν αυτό υποβάλλει αβάσιμα ένδικα μέσα για υποθέσεις που έχουν λυθεί από νομικής πλευράς και η διαιώνισή τους επιχειρείται, χωρίς να μπορεί το Δημόσιο να αποδείξει το ύψος της οικονομικής του βλάβης, αλλά με υποκρυπτόμενο στόχο να καταταλαιπωρήσει ψυχικά και οικονομικά τους αντίδίκους του πολίτες.
Οι πρώτες χρηματικές ποινές αφορούν την πιο κλασική περίπτωση δικομανούς συμπεριφοράς, που σχετίζεται με τα οικογενειακά επιδόματα και παροχές, ένα νομικό ζήτημα που έχει λυθεί αμετάκλητα υπέρ των εργαζομένων με απόφαση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (ΑΕΔ) από το 2001! Εν τούτοις το Δημόσιο εξακολουθεί τα ένδικα μέσα σε τέτοιες υποθέσεις, ακόμα και με αναιρέσεις στο ΣτΕ (και στον Αρειο Πάγο φυσικά), έστω και αν το διεκδικούμενο ποσό ανά εργαζόμενο είναι μικρότερο του χρηματικού ορίου που προβλέπεται για να επιτραπεί να προσφύγει στο ανώτατο δικαστήριο.
Προκειμένου να βάλει τέλος το ΣτΕ «στην εμμονή του Δημοσίου» -όπως τονίζει χαρακτηριστικά- να υποστηρίζει ένα προφανώς αβάσιμο ένδικο μέσο, άρχισε να επιβάλει σε κάθε τέτοια υπόθεση (ομαδικών αγωγών συνήθως) χρηματική ποινή 800 ευρώ, σε μία προσπάθεια να αποτρέψει την αδιέξοδη αυτή δικομανία. Ταυτόχρονα το δικαστήριο παρέχει τη χρηματική αυτή ποινή υπέρ του Ταμείου Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (ΕΤΑΑ), ανοίγοντας τον δρόμο για την επιβολή πολλών ακόμα προστίμων σε βάρος του Δημοσίου και την έμμεση ενίσχυση του ασφαλιστικού φορέα. Το ΣτΕ αξιοποίησε ουσιαστικά μία νομοθετική ρύθμιση που ισχύει από το 1985 στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και επιτρέπει στη Δικαιοσύνη να επιβάλει χρηματικές ποινές έως 880 ευρώ στους διαδίκους (σε αστικές διαφορές), όταν υποβάλλουν προφανώς αβάσιμα ένδικα μέσα. Η σχετική δυνατότητα επεκτείνεται πλέον νομολογιακά και σε βάρος του Δημοσίου.
Παροχές 1,3 δισ.
Το Δημόσιο επιμένει εδώ και χρόνια να «κυνηγά» υποθέσεις οικογενειακών παροχών που έχει χάσει σε Διοικητικό Πρωτοδικείο και Εφετείο (αφού το θέμα είναι λυμένο υπέρ των εργαζομένων), υποβάλλοντας αναιρέσεις στο ΣτΕ για ποσά από 605 έως 3.520 ευρώ συνήθως για κάθε εργαζόμενο, μολονότι η νομοθεσία δεν επιτρέπει την αναίρεση στο ΣτΕ για ποσά κάτω των 5.900 ευρώ (πρόσφατα αυξήθηκε και άλλο).
Για να στηρίξει την ανάγκη να εκδικαστούν οι υποθέσεις αυτές που αφορούν συνήθως διεκδικήσεις από το 1998 έως το τέλος 2002 (ή και λίγο μεταγενέστερες) ισχυρίζεται ότι κινδυνεύει να υποστεί μεγάλη οικονομική ζημιά.
Συνεπώς αναιρέσεις του Δημοσίου για ποσά κάτω του επιτρεπόμενου ορίου είναι αβάσιμες και για την εμμονή τους επιβάλλεται χρηματική ποινή 800 ευρώ για κάθε περίπτωση ομαδικής αγωγής.
ΗΜΕΡΗΣΙΑ