Στο «ναδίρ» βρίσκεται η κλινική έρευνα στην Ελλάδα: Στη χώρα
μας πραγματοποιούνται μόλις 2.000 κλινικές έρευνες, αριθμός που θα μπορούσε να
είναι πέντε φορές μεγαλύτερος, σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία, αποφέροντας
επενδύσεις ύψους 2 δισ. ευρώ. Σήμερα, βρίσκονται προς έγκριση 217 νέες μελέτες,
οι οποίες προέρχονται κατά 67% από τη βιομηχανία και 33% από ακαδημαϊκές
πρωτοβουλίες. Τα παραπάνω στοιχεία παρουσίασαν χθες ειδικοί στη διάρκεια του 4o
Clinical Research Conference.
Από την πλευρά του, ο γενικός γραμματέας Δημόσιας Υγείας κ.
Γιάννης Μπασκόζος υποστήριξε ότι οι κλινικές έρευνες βρίσκονται στις
προτεραιότητες του υπουργείου Υγείας «μόλις ολοκληρωθούν οι μνημονιακές υποχρεώσεις
της χώρας και αποτελεί δέσμευση η δημιουργία επιτροπής ειδημόνων για τις
κλινικές μελέτες με βάση τη γ.γ. Δημόσιας Υγείας». Συνεχίζοντας, ανέφερε ότι «η
ανάπτυξη κλινικής έρευνας πρέπει να σταματήσει απλώς να συζητείται, καθώς
φιλοδοξία του υπουργείου και προσωπική μου είναι αυτό να γίνει πραγματικότητα»
και κατέληξε ότι πρέπει να σταματήσει να υπάρχει φόβος για τη συνεργασία μεταξύ
κράτους και ιδιωτικής πρωτοβουλίας, καθώς η Ελλάδα έχει χάσει πολλές ευκαιρίες,
στο παρελθόν λόγω αυτού.
Σύμφωνα με τους ομιλητές, το παράδοξο στην Ελλάδα είναι ότι
ενώ έχουμε επιστημονική παραγωγικότητα και βρισκόμαστε στη 18η θέση, παρόλα
αυτά επενδύουμε μόνο το 0,5% του ΑΕΠ, ενώ θα μπορούσαμε με βάση τον πληθυσμό
μας να διεκδικήσουμε επενδύσεις 2 δισ. σε σχέση με τα 35 δισ. που επενδύει η
Ευρώπη.
Σημειώνεται ότι μία Κλινική Μελέτη συνεπάγεται τρεισήμισι
θέσεις ερευνητικού προσωπικού ανά κλινικό κέντρο της μελέτης, αποτελεί άμεση
επένδυση της τάξης των 250.000 ευρώ, αποφέρει έμμεσα οφέλη από δωρεάν φάρμακα
και εξετάσεις περίπου 230.000 ευρώ, αποδίδει 50.000 ευρώ ανά νοσοκομείο και
Υγειονομική Περιφέρεια και 13.200 ευρώ στον ΕΟΦ.