MY KTEO

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2022

Αποκριά στην Σκύρο με τους Γέρους, τις Κορέλες και τους Φράγκους


Η Σκύρος, το μεγαλύτερο νησί του νησιωτικού συμπλέγματος των Βορείων Σποράδων, έχει ως πρωτεύουσα την ομώνυμη Σκύρο ή Χώρα -για τους ντόπιους-, που βρίσκεται στο ΒΑ τμήμα του νησιού και στις ανατολικές απολήξεις του βουνού Όλυμπος. Η πόλη της Σκύρου είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στις πλαγιές ενός λόφου, στη σκιά του μεσαιωνικού κάστρου και του βυζαντινού μοναστηριού του Άη Γιώργη του Σκυριανού. Αποτελεί χαρακτηριστική νησιωτική πολιτεία με αιγαιοπελαγίτικη αρχιτεκτονική και ιδιαίτερα ενδιαφέρον τοπικό χρώμα. Η αισθητική της πόλης με τα κάτασπρα κυβόσχημα σπίτια και τις σκουρόχρωμες στέγες δημιουργεί μια μοναδική εντύπωση στον επισκέπτη. Η Μεγάλη Στράτα διασχίζει την πόλη και οδηγεί στην πλατεία της Αιώνιας Ποίησης, το όνομα της οποίας σχετίζεται προφανώς όχι μόνο με την παρουσία του αγάλματος του φιλέλληνα ποιητή Rupert Brooke, αλλά και με την ποιητική διάθεση, που δημιουργεί στον επισκέπτη η μοναδική θέα στο νησί και το πέλαγος. 

 

Η πόλη της Σκύρου πλαισιώνεται από πολλούς παραθαλάσσιους οικισμούς, ιδιαίτερα ανεπτυγμένους τουριστικά. Πολύ κοντά βρίσκονται τα Μαγαζιά, με μερικές από τις ωραιότερες παραλίες του νησιού. Νότια συναντούμε τον Μώλο και τον Πέρα Κάμπο.

 

Η Χώρα απέχει περίπου 10χλμ. από τη Λιναριά, το κυριότερο λιμάνι του νησιού και συγχρόνως έναν γραφικό αμφιθεατρικό οικισμό, που βρίσκεται στο μέσο των δυτικών ακτών. Αποτελεί το σημείο διαμέσου του οποίου η Σκύρος «γεφυρώνεται» ακτοπλοϊκα με την Εύβοια (Κύμη) και φυσικά την υπόλοιπη Ελλάδα. Αντίθετα από την πανάρχαια πόλη της Σκύρου η Λιναριά ως οικισμός και λιμάνι δεν έχει ιστορία μεγαλύτερη των δύο αιώνων, παρά την εξαίρετη θέση του για ελλιμενισμό πλοίων.

 

Μεταξύ Χώρας και  Λιναριάς βρίσκεται ο τουριστικός οικισμός Ασπούς, που βλέπει στον ειδυλλιακό όρμο Αχίλλι, ενώ κοντά στη Λιναριά βρίσκονται και οι όμορφες παραλίες Καλαμίτσα, Αχερούνες και Πεύκος.

 

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει μια περιήγηση στο βόρειο τμήμα του νησιού. Το τοπίο του σκυριανού Ολύμπου και οι πευκόφυτες παραλίες θυμίζουν έντονα την Β. Εύβοια. Αξίζει να αναζητήσει κανείς τις βόρειες ακτές Άγιο Πέτρο και Κυρά Παναγιά, αλλά και να φτάσει στην Ατσίτσα. Στο βόρειο τμήμα του νησιού κοντά στο αεροδρόμιο, συναντούμε την περιοχή του Παλαμαριού, που θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της χώρας μας. Ο οικισμός αυτός ιδρύθηκε, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους και τα ευρήματα των ανασκαφών, περί το 2550 π.Χ. και λειτούργησε αδιάκοπα έως τα τέλη της Μέσης Χαλκοκρατίας, δηλαδή περί το 1650 π.Χ.   

 

Περισσότερο περιπετειώδης θα είναι μια περιήγηση στο νότιο τμήμα του νησιού, όπου επιβλητική είναι η παρουσία του υψηλότερου βουνού της Σκύρου, του Κόχυλα. Εδώ, όπως έχουμε προαναφέρει, το τοπίο είναι βραχώδες και άνυδρο. Αξίζει πάντως να φτάσει κανείς στις Τρεις Μπούκες, ένα μεγάλο φυσικό λιμάνι, η είσοδος του οποίου κλείνεται από τις νησίδες Πλατώ και Σαρακηνό, δημιουργώντας τρεις εισόδους (μπούκες). Εδώ βρίσκεται ο τάφος του Βρετανού ποιητή Rupert Brooke, ο οποίος πέθανε προερχόμενος από την Καλλίπολη και ζήτησε απ’ τους συντρόφους του, λίγο πριν εκπνεύσει, να ταφεί στην ερημική αυτή ακτή της Σκύρου. Το Μεσαίωνα, μέχρι και την απελευθέρωση της Σκύρου, το λιμάνι αυτό ήταν από τα μεγαλύτερα κέντρα δράσης των πειρατών του Αιγαίου, ενώ στα χρόνια της Τουρκοκρατίας εδώ πλεύριζαν τα μεγάλα εμπορικά και πολεμικά πλοία.

 

Η Χώρα της Σκύρου αποτελεί το θεατρικό σκηνικό όπου κάθε χρόνο ζωντανεύουν τα μοναδικά έθιμα του περίφημου Καρναβαλιού της Σκυριανής Αποκριάς. Ένα καρναβάλι διαφορετικό και παραδοσιακό, που αξίζει να το βιώσει κανείς έστω και για μια φορά στη ζωή του! Οι παραδοσιακές εκδηλώσεις των μεταμφιεσμένων σε «Γέρους», «Κορέλες» και «Φράγκους» καθιστούν το Καρναβάλι της Σκυριανής Αποκριάς ένα από τα πιο εντυπωσιακά και ενδιαφέροντα στην πατρίδα μας από ενδυματολογικής, λαογραφικής, ιστορικής, εθνολογικής και θρησκειολογικής απόψεως. Και επειδή «από Θεού άρξασθε» οι καρναβαλιστές ανηφορίζουν το απόγευμα του τελευταίου Σαββάτου της Αποκριάς στο Κάστρο της Χώρας, βροντοχτυπώντας τα κουδούνια τους, προκειμένου να ζητήσουν την ευλογία του Άη-Γιώργη του Σκυριανού.

 

Γέροι, Κορέλες και Φράγκοι εισέρχονται στην Μονή του Αγίου Γεωργίου, η οποία κτίσθηκε το 960 μ.Χ. από τον Νικηφόρο Φωκά, στον ίδιο χώρο με το Κάστρο, στην κορυφή ψηλά πάνω από τη Χώρα και υπάγεται στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους, έχοντας στην κατοχή της μεγάλη περιουσία στο νησί.  Οι ομάδες των Γέρων και όλων των μεταμφιεσμένων -παρουσία πλήθους κόσμου, που έρχεται για να απολαύσει ένα μοναδικό θέαμα- ανεβαίνουν στο υψηλότερο σημείο του μοναστηριού, όπου στήνουν τον χορό τους επιζητώντας με τον τρόπο αυτό την ευλογία του Αγίου Γεωργίου. Κεντρική μορφή των δρωμένων της Σκυριανής Αποκριάς ο Γέρος, που ντυμένος με μια μαλλιαρή μαύρη κάπα και φορώντας μάσκα από δέρμα κατσικιού, τριγυρίζει στα δρομάκια του νησιού βροντοχτυπώντας τα κουδούνια κοπαδιού, που έχει περασμένα σε ζώνη στη μέση του. Ο ήχος αυτός, ο τόσο μοναδικά αρχέγονος, ηχεί για εβδομάδες ολόκληρες στο νησί!

 

Τον Γέρο συνοδεύουν η Κορέλα, που είθισται να είναι νεαρός άνδρας ντυμένος με παραδοσιακή γυναικεία φορεσιά και ο Φράγκος, ο οποίος φοράει μάσκα και ένα μεγάλο κουδούνι στη μέση του και παίρνει το όνομά του από το γεγονός ότι είναι ο μοναδικός χαρακτήρας της Σκυριανής Αποκριάς που δεν φοράει παραδοσιακά ενδύματα, αλλά σακάκι και παντελόνι, δηλαδή φράγκικα ρούχα, κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Παρέες από μεταμφιεσμένους γυρίζουν στη Χώρα χορεύοντας και τραγουδώντας, ενώ το όλο κλίμα παραπέμπει σε διονυσιακή ατμόσφαιρα, η οποία ενισχύεται με το δεύτερο σκέλος του Σκυριανού καρναβαλιού, το έθιμο της «Τράτας». Οι μεταμφιεσμένοι σχηματίζουν ομάδες και περιφέρονται στον κεντρικό δρόμο της αγοράς και στα σοκάκια της Χώρας, δίνοντας έναν μοναδικό χαρμόσυνο και συνάμα μυστηριακό τόνο στον εορτασμό. Η Κορέλα, όταν ο Γέρος στέκεται να ξεκουραστεί, χορεύει γύρω του τον αποκριάτικο χορό της, κουνώντας πάντα το μαντήλι της.

 

Ο Γέρος, η κυρίαρχη μορφή του Σκυριανού Καρναβαλιού, αναπαριστά τον γέρο-τσοπάνη και κύριο χαρακτηριστικό της εμφάνισής του αποτελούν τα τσοπάνικα κουδούνια, που είναι στερεωμένα στη μέση του, τα οποία μπορεί να φθάνουν ακόμα και τα 50 σε αριθμό, παράγοντας έναν ήχο μοναδικό και ασύλληπτο, καθώς κουνιούνται όλα μαζί συντονισμένα στον ρυθμικό βηματισμό του Γέρου και το ταυτόχρονο κούνημα της μέσης του. Ο Γέρος φοράει λευκό μάλλινο κοντοβράτσι και λευκές υφαντές τροχαδόκαλτσες, χωρίς πέλμα, ενώ τα υποδήματά του είναι τα παραδοσιακά δερμάτινα τροχάδια, τοπικό είδος σανδαλιών. Το επάνω μέρος του κορμιού καλύπτεται με το μαύρο τσοπάνικο καπότο, είδος κάπας, που μάλιστα φοριέται ανάποδα έτσι ώστε να είναι ορατό το μαλλιαρό μέρος του. Στην πλάτη του Γέρου σχηματίζεται καμπούρα, από μαξιλάρια ή παλιά ρούχα, επιτείνοντας την γεροντική του εμφάνιση, που δικαιολογεί και το όνομά του. Η κουκούλα του καπότου καλύπτει το κεφάλι του Γέρου και στερεώνεται με το κεντημένο βοσκίτικο ζουνάρι, που καλύπτει το στήθος. Το τσοπάνικο στραβοράβδι στολίζεται συνήθως με αγριολούλουδα. Το πρόσωπο του Γέρου καλύπτεται με μτσούνα, μία εντυπωσιακή μάσκα από προβιά μικρού κατσικιού, στην οποία έχουν δημιουργηθεί δύο τρύπες σε σημείο τέτοιο, ώστε να βλέπει ο μεταμφιεσμένος.

 

Η Κορέλα από την άλλη πλευρά, φοράει την κεντημένη φούστα που λέγεται σκούτα, η οποία καλύπτεται με λευκό πλισεδένιο μεσοφόρι, το κολοβόλι και τέλος την επίσης κεντημένη ποδιά. Το πρόσωπο σκεπάζεται με χάρτινη μτσούνα. Το επάνω μέρος του κορμιού ντύνεται με μεταξωτά πουκάμισα και το μεντενέ, καθώς και ζώνη που κουμπώνει με κλειδοτήρια. Το κεφάλι καλύπτεται με κίτρινο μαντήλι, απ’ όπου ξεπροβάλλουν ψεύτικες πλεξούδες και μεταξωτές κορδέλες. Στα πόδια φοράει παραδοσιακά τροχάδια.

 

 

 

 

Το έθιμο της Τράτας πραγματοποιείται την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς στην κεντρική πλατεία της Χώρας, μπροστά από το Δημαρχείο του νησιού. Οι ψαράδες φέρνουν ως εδώ την Τράτα τους, απαγγέλουν τους σατυρικούς στίχους τους, μαγειρεύουν την κακαβιά τους και την μοιράζουν στο πολυπληθές κοινό. Η έμμετρη σκωπτική απαγγελία τους αποτελεί ένα είδος «λαϊκού δικαστηρίου» -απαντάται σε πολλά αποκριάτικα δρώμενα ανά την Ελλάδα-, που καυτηριάζει πρόσωπα και γεγονότα της τοπικής καθημερινότητας, αλλά και της πανελλαδικής ή και της παγκόσμιας επικαιρότητας. Ο Δήμαρχος, ο Πρωθυπουργός, ο Πρόεδρος της Αμερικής, χαρακτηριστικές φιγούρες ανθρώπων της σκυριανής κοινωνίας, που έχουν απασχολήσει για κάποιο λόγο την τοπική επικαιρότητα, είναι μερικοί μόνο απ’ αυτούς που ακούν «τα σχολιανά τους» από τον καπετάνιο της Τράτας.

 

Το πλήρωμα, όλοι με μουτζουρωμένα πρόσωπα και «καλοφτιαγμένα» σωματικά κουσούρια, όπως απαιτεί η Αποκριά, πίνουν κρασί και συμμετέχουν σε σύντομης διάρκειας δρώμενα, που οπτικοποιούν το περιεχόμενο των στίχων, όπως, για παράδειγμα, η «γαμήλια τελετή» μεταξύ δύο ερωτευμένων ψαράδων από το πλήρωμα της Τράτας! Ο Δήμαρχος του νησιού στέκεται δίπλα στην πλώρη του σκάφους, κερνάει κρασί τον απαγγέλοντα και ακούει στωικά «τα εξ αμάξης”! Την Καθαρή Δευτέρα η πλειοψηφία των κατοίκων του νησιού φορούν τις παραδοσιακές τοπικές φορεσιές τους και συγκεντρώνονται στις πλατείες της Χώρας, όπου τραγουδούν και χορεύουν τοπικούς χορούς.