Η ακρίβεια αποτελεί την βασική αιτία και οι καταναλωτές μη μπορώντας να ανταπεξέλθουν στο αυξημένο κόστος ζωής, αναγκάζονται να περιορίσουν τις αγορές, μειώνοντας τις ποσότητες ή ακόμη χειρότερα αλλάζοντας τις διατροφικές τους συνήθειες.
Σύμφωνα με έρευνα της NielsenIQ, το οποίο παρουσιάστηκε χθες
για τις αγοραστικές τάσεις το 2022, οι πωλήσεις των σούπερ μάρκετ, στο βασικό
σενάριο εκτιμάται ότι θα κλείσουν με οριακή μείωση 0,3% εάν το μακροοικονομικό
περιβάλλον παραμείνει στα σημερινά επίπεδα και ο πληθωρισμός των λεγόμενων
ταχυκίνητων προϊόντων (αυτά που αγοράζονται πιο συχνά από τους καταναλωτές)
διαμορφωθεί σε ετήσια βάση σε 1,6%. Τα περιθώρια λάθους σε αυτό το σενάριο
είναι +/- 1 ποσοστιαία μονάδα.
Στο δεύτερο σενάριο, δηλαδή, λαμβάνοντας υπόψη πληθωρισμό 3%
στο «καλάθι» των βασικών ειδών, οι πωλήσεις των σούπερ μάρκετ εκτιμάται ότι θα
υποχωρήσουν το 2022 κατά 2,6%, με το περιθώριο λάθους επίσης +/- 1 ποσοστιαία
μονάδα.
Είναι χαρακτηριστικό, πάντως, ότι το πρώτο τρίμηνο του 2022,
έκλεισε με μείωση πωλήσεων κατά 1,4% σε σύγκριση με το αντίστοιχο περυσινό
διάστημα, που βέβαια εν μέρει έχει την εξήγησή του, ότι πέρυσι η οικονομία ήταν
κλειστή και οι καταναλωτές στην πλειοψηφία τους κλεισμένοι στο σπίτι, ενώ και
το λιανεμπόριο λειτουργούσε με περιορισμούς.
Οι καταναλωτές ήδη από τα τέλη του 2021 έχουν αλλάξει τις
αγοραστικές τους συνήθειες σε μια προσπάθεια να ανταπεξέλθουν στη μείωση του
διαθέσιμου εισοδήματος, η οποία οφείλεται στην άνοδο των τιμών, κυρίως σε
ενέργεια, μεταφορές και βασικά τρόφιμα.
Σύμφωνα με έρευνα σε καταναλωτές που διενήργησε η NielsenIQ
το Δεκέμβριο του 2021, το 60% έναντι 56% το 2020 και 51% το 2019 δήλωσε ότι
αγοράζει μόνο τα αναγκαία και έχει περικόψει τις δαπάνες για περιττές
πολυτέλειες.
Παράλληλα το 27% έναντι 25% το 2020 αγοράζει λιγότερα
προϊόντα, ενώ το 28% έναντι 23% το 2020 δηλώνει ότι στρέφεται στην αγορά
φθηνότερων προϊόντων.
Η ακρίβεια μετατρέπει εκ νέου τους καταναλωτές σε «κυνηγούς
προσφορών», με το 43% έναντι 35% το 2020 να δηλώνει ότι επιλέγει από ποιο
σούπερ μάρκετ θα ψωνίσει αναλόγως των προσφορών που κάνει.
Το 2021 καταγράφεται, επίσης, το χαμηλότερο ποσοστό στην περίοδο 2018-2021 αυτών που δηλώνουν ότι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν περισσότερα για να προμηθευτούν πιο ποιοτικά προϊόντα. Το εν λόγω ποσοστό διαμορφώθηκε στην τελευταία έρευνα σε 44% από 49% το 2020, 64% το 2019 και 56% το 2018.
