Χτυπάει, που λέτε το τηλέφωνο μέσα στα άγρια τα μεσάνυχτα και καθώς σηκώνω το ακουστικό ακούω μια παράξενη φωνή, λες και ήταν από το υπερπέρα να ψιθυρίζει αργά κι απόκοσμα: «μμμμμιιιλλλλλαααααωωω»…
Μία, δυο, τρεις, ευτούνη η δουλειά συνεχίστηκε περίπου όλη νύχτα. Δωσ’ του «ντριν» μες τα χαράματα και εκειό το επαναλαμβανόμενο «μμμμιιιιλλλλλάαααωωωωω που σου εσήκωνε τη ντρίχα.
Ώσπου στο τέλος δεν άντεξα και του αποκρίθηκα: «κι εγώ ρε μεγάλε μιλάω, αλλά δεν το ‘καμα ποτέ μου θέμα»! «Ναι, αλλάααα εγώωωωω είμαι άααααλλλλλοοοογοοοοο»…