Στη ομιλία του στην επετειακή συνεδρίαση της Βουλής για την αποκατάσταση της δημοκρατίας ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε στην πορεία της οικονομίας τα τελευταία χρόνια.
Γράφει ο Γιάννης Αλμπάνης
Συγκεκριμένα, ο πρωθυπουργός υποστήριξε ότι «όπως η αδύναμη βαλκανική χώρα του 1974 σταδιακά μεταμορφώθηκε σε μία ισχυρή ευρωπαϊκή Δημοκρατία, έτσι και η Ελλάδα της καθήλωσης και του διχασμού πέτυχε να ανορθώσει την οικονομία της και να ενώσει περισσότερο την κοινωνία».
Συνεχίζοντας, ο Μητσοτάκης εξέφρασε μια πολύ αισιόδοξη εκτίμηση για τις προοπτικές της οικονομίας: «Και όπως το 2023, όταν έγιναν οι τελευταίες εθνικές εκλογές, η χώρα ήταν καλύτερη από το 2019, έτσι και το 2027, όταν θα ξανασυναντηθούμε στις κάλπες, θα είναι πολύ καλύτερη από σήμερα. Σε αυτήν την τελευταία φάση, μάλιστα, σημειώθηκαν κατακτήσεις καθόλου εύκολες και καθόλου αυτονόητες. Δεν είναι εξάλλου απλό μία χώρα καθημαγμένη από τεράστια βάρη να μπορεί να απαλλάσσεται από 50 φόρους και ταυτόχρονα να αυξάνει το ΑΕΠ της με ρυθμό υπερδιπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου».
Οι μισθοί
Τα πραγματικά στοιχεία της ελληνικής οικονομίας όμως δεν φαίνεται να επιβεβαιώνουν την υπεραισιόδοξη εκτίμηση του πρωθυπουργού. Η έκθεση που έδωσε χτες στη δημοσιότητα η ΕΡΓΑΝΗ και ανέδειξαν η Καθημερινή μαζί με το Kreport, δείχνει ότι η εικόνα των μισθών παραμένει ζοφερή.
Συγκεκριμένα:
• Πάνω από το 50% των μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα αμείβονται με 800 ή λιγότερα ευρώ καθαρά το μήνα. Δηλαδή οι μισοί μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα ζουν σε κατάσταση φτώχειας.
• Το 70% των μισθωτών αμείβοντα μέχρι 950 ευρώ καθαρά το μήνα. Δηλαδή στην κατάσταση του χαμηλόμισθου βρίσκονται 7 στους 10 εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα.
• Μόνο το 10% αμείβεται με πάνω από 1.450 ευρώ. Δηλαδή αυτοί που παίρνουν έναν καλό μισθό για τα δεδομένα της εποχής αποτελούν έναν πολύ μικρό μέρος του συνόλου των εργαζομένων, μόλις 1 στους 10.
• Μόλις το 3,63% των μισθωτών αμείβονται πολύ καλά, δηλαδή παίρνουν πάνω από 2.025 καθαρά.
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ την περίοδο 2012-22 η Ελλάδα είχε το χαμηλότερο ρυθμό ανόδου των μισθών μεταξύ των κρατών μελών του οργανισμού. Οι αυξήσεις στο μέσο ονομαστικό μισθό έφτασαν μόλις το 1,5%. Αν όμως συμπεριλάβουμε στη εξίσωση και τον πληθωρισμό, τότε μιλάμε για μείωση 5,9% των πραγματικών μισθών.
Να προσθέσουμε ότι σύμφωνα με έρευνα του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, την περίοδο 2019-2023 η Ελλάδα καταγράφει τη μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση του πραγματικού εισοδήματος από εργασία (-8,3%) σε σχέση με όλες τις χώρες της Ε.Ε..
Οι ανισότητες
Την ίδια στιγμή, οι ανισότητες μεγαλώνουν. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ ο δείκτης S80/S20 που μετράει τις ανισότητες, σημειώνει αυξητικές τάσεις. το μερίδιο του εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,28 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο του εισοδήματος του φτωχότερου 20% του πληθυσμού. Αύξηση σημείωσε το 2023 και ο συντελεστής Gini (εναλλακτικός τρόπος καταγραφής των ανισοτήτων), φτάνοντας το 31,8%.
Επιπλέον. η απόκλιση μεταξύ κερδών και μισθών ως ποσοστό του ΑΕΠ φτάνει στην Ελλάδα στις 21 ποσοστιαίες μονάδες, όταν στην ΕΕ είναι μόλις 3 μονάδες.
Παρά την αύξηση του ΑΕΠ κατά 2% το 2023, ο κίνδυνος φτώχειας έτσι όπως τον μετράει η Eurostat, δε μειώνεται. Τη χρονιά που μας πέρασε, τo 26% των Ελλήνων διέτρεχε τον κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. Το ποσοστό αυτό ήταν πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ (21%) και το τέταρτο υψηλότερο στην ΕΕ.
Η «καλύτερη Ελλάδα του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι μια χώρα χαμηλών μισθών και μεγάλων ανισοτήτων. Μια χώρα άδικη, στην οποία οι εργαζόμενοι αποκλείονται από τα κέρδη της ανάπτυξης.
dnews.gr
