Το 2024 ήταν για τον Νίκο Ανδρουλάκη η χρονιά του.
Επανεξελέγη στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και, σύντομα, έγινε αρχηγός της αξιωματικής
αντιπολίτευσης λόγω της ανεξαρτητοποίησης βουλευτών του
ΣΥΡΙΖΑ.
Ο νέος θεσμικός ρόλος του αναγνωρίστηκε από τη Βουλή, τα
ΜΜΕ, την οικονομική ελίτ, τους ξένους συνομιλητές του. Δεν χρειάζεται πια να
προσπαθεί για να στρέψει τα φώτα της δημοσιότητας προς το κόμμα του ούτε να
αναζητά εναγωνίως τρόπους διαμόρφωσης της ατζέντας στη δημόσια συζήτηση.
Είναι όλα πιο εύκολα για το ΠΑΣΟΚ. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει γύρω του
τέσσερα κόμματα που έχουν προέλθει από διασπάσεις (Πλεύση Ελευθερίας, Κίνημα
Δημοκρατίας, Νέα Αριστερά, ΜέΡΑ 25) και η ΝΔ απομακρύνεται από το κέντρο με το
φόβο διαρροών προς τα δεξιά της.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν το ΠΑΣΟΚ να κινείται μεταξύ 15%
και 19% και να έχει απόσταση ασφαλείας από το τρίτο κόμμα, χωρίς όμως να
απειλεί τη ΝΔ η οποία διατηρεί, συνήθως, διψήφια διαφορά και σε λίγες μόνο
περιπτώσεις μονοψήφια.
Ενθαρρυντικά για τον Νίκο Ανδρουλάκη είναι τα ποιοτικά
στοιχεία των μετρήσεων που δείχνουν ότι έχει βελτιωθεί σημαντικά η
ηγετική/πρωθυπουργική του εικόνα και έχει εμπεδωθεί ως μη αναστρέψιμη η
επιστροφή του ΠΑΣΟΚ στον δικομματισμό.
Η αντιπολίτευση που ασκεί θεωρείται, σε γενικές γραμμές,
αξιόπιστη, οι αρνητικές γνώμες έχουν περιοριστεί σημαντικά και η υπεροχή του
στο χώρο του κέντρου είναι πλέον σαφής.
Η ευχάριστη ατμόσφαιρα για την Χαριλάου Τρικούπη
ολοκληρώνεται με την εσωκομματική ειρήνη που, στην παρούσα φάση, δεν σκιάζεται
ούτε λίγο, στην ορατή πλευρά τουλάχιστον, από ανταγωνισμούς, διαφωνίες και
εγωισμούς. Στο μεταξύ, πληθαίνουν τα στελέχη του ευρύτερου προοδευτικού χώρου
που θέλουν να ενταχθούν στα ψηφοδέλτια του ΠΑΣΟΚ αλλάζοντας βάρκα εν πλω.
Πόσο θα διαρκέσει η περίοδος της καλοτυχίας για τον Νίκο
Ανδρουλάκη; Θα φανεί το 2025. Είτε το ΠΑΣΟΚ θα δείξει ότι μπορεί να ξεπεράσει
το 20% δημοσκοπικά και, έτσι, να διεκδικήσει αναμέτρηση επί ίσοις όροις με τη
ΝΔ όταν έρθει η ώρα των εκλογών. Είτε θα δείξει στασιμότητα και, τότε, θα
αρχίσουν τα δύσκολα για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ.
Και στις δύο περιπτώσεις, το βασικό ερώτημα είναι το ίδιο:
Με ποια κόμματα μπορεί να συνεργαστεί το ΠΑΣΟΚ για τον σχηματισμό κυβέρνησης;
Προφανώς ο Ν. Ανδρουλάκης δεν πρόκειται να ανοίξει τα χαρτιά του πριν προκύψουν
οι νέοι πολιτικοί συσχετισμοί μέσα από την κάλπη. Αλλά ανάλογα με το ιδεολογικό
φορτίο των πρωτοβουλιών του και ανάλογα με τη ρητορική του απέναντι στη ΝΔ και
απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ, θα εξάγονται συμπεράσματα.
Η πρώτη σοβαρή δοκιμασία θα είναι η προεδρική εκλογή. Ο Κ.
Μητσοτάκης προτίθεται να κάνει γνωστή την υποψηφιότητα που προτείνει το δεύτερο
15ήμερο του Ιανουαρίου. Αν προτείνει υποψήφιο/α από το χώρο της
δεξιάς-κεντροδεξιάς, το ΠΑΣΟΚ με ανακούφιση θα στραφεί στο "όχι". Αν,
όμως, επιλέξει πρόσωπο από το χώρο της κεντροαριστεράς, τότε το αναπόφευκτο
"ναι" θα σημαίνει πολύ περισσότερα από συναίνεση μόνο επί του
συγκεκριμένου. Ειδικά, όταν θα έχει προηγηθεί, όπως όλα δείχνουν, άρνηση στήριξης
της υποψηφιότητας που θα προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ.