Ο μικρός Κωστάκης παίζει στο δωμάτιό του και ο πατέρας του μπαίνει και του ανακοινώνει ότι ο μπαμπάς κι η μαμά χωρίζουν
– Τι εννοείς ακριβώς; ξαναρωτάει ο Κωστάκης.
– Ασε με να σου δώσω ένα παράδειγμα, για να καταλάβεις. Όταν
γυρίζω απ τη δουλειά, η μαμά δεν αισθάνεται αυτή τη γλυκιά έξαψη και
αναστάτωση, που έρχεται ο άντρας της στο σπίτι, ούτε έρχεται να με υποδεχτεί
στην εξώπορτα.
– Μα, μπαμπά, εγώ βλέπω τη μαμά σε έξαψη, τελείως
αναστατωμένη, καμιά φορά, όταν γυρίζεις στο σπίτι. Αρα πρέπει να σε αγαπάει
ακόμη.
– Πότε δηλαδή; απόρησε ο πατέρας.
– Να, είναι κάτι φορές, που η μαμά κοιμάται ακόμη, με το
γείτονα στο κρεβάτι κι όταν ακούει το αυτοκίνητο, που παρκάρεις στο γκαράζ,
βάζει τις φωνές έξαλλη: «Ήρθε ο άντρας μου! Ήρθε ο άντρας μου!»