«Αρετή σ’ αγαπάμε κι ας μην περάσεις πουθενά» - το σύνθημα είναι γραμμένο με σπρέι σε έναν σταθμό του ΗΣΑΠ εδώ και χρόνια, παραδόξως όμως δεν ξεθωριάζει. Ίσως κάποιος να «το πατάει» συχνά και να το φρεσκάρει λίγο πριν τις Πανελλήνιες; Πάντως μοιάζει κάθε χρόνο επίκαιρο. Κανείς δεν ξέρει τι απέγινε η άγνωστη Αρετή, ωστόσο στη θέση της βρίσκονται και φέτος αυτές τις μέρες χιλιάδες μαθητές.
Γράφει η Ντίνα Δασκαλοπούλου
Η κούρσα των πανελληνίων ωστόσο δεν είναι σπριντ αλλά μαραθώνιος κι ένας οικογενειακός άθλος που δεν θα ολοκληρωθεί παρά μόνον όταν τα παιδιά πάρουν το πτυχίο τους. Αλήθεια όμως πόσο φυσιολογικό είναι μια εκπαιδευτική διαδρομή να φαντάζει με δοκιμασία με βαρύ ψυχολογικό, αλλά και οικονομικό τίμημα; Πόσο ισότιμα μπαίνουν τα παιδιά σε αυτόν τον αγώνα; Πόσο δίκαιο είναι κάποια από αυτά να «παίζουν» εξ ορισμού με μειονέκτημα; Και πόσα από αυτά θα καταφέρουν να τερματίσουν υπό τη βαριά σκιά της φτώχειας;
- Ένα στα τρία παιδιά έως 17 ετών αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού.
- Ένας στους δέκα πολίτες αντιμετωπίζει τους ίδιους κινδύνους.
ΠΗΓΗ: ΕΛΣΤΑΤ
«Πρέπει να γνωρίζετε ότι τα Πανεπιστήμια δεν είναι διά τους πτωχούς, οι πτωχοί να σπουδάσουν άλλες ειδικεύσεις με λαμπρό μέλλον… » – έτσι αντιμετώπισε ο Πρύτανης του ΑΠΘ τους φοιτητές και τις φοιτήτριες που διεκδικούσαν καλύτερους όρους για τις σπουδές τους. Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα ο πρωθυπουργός ανέπτυξε την θεωρία του «ψυκτικού από το Περιστέρι». Μιλώντας με γονείς, εκπαιδευτικούς αλλά και με τα ίδια τα παιδιά πολύ συχνά έχει κανείς την αίσθηση ότι κανείς δεν βλέπει μέλλον στο μέλλον – τουλάχιστον για όσους κινούνται εκτός των κύκλων της «αριστείας», μεταφορικής και σίγουρα ταξικής.
Οι μαθητές στα λυσάρια και οι γονείς στα τεφτέρια
Αυτές τις μέρες, λίγο πριν σηκωθεί η αυλαία των πανελληνίων εξετάσεων, οι μαθητές έχουν πιάσει τα λυσάρια και οι γονείς τα… τεφτέρια. Τώρα πια η επιτυχία στις εξετάσεις δεν είναι απλώς το να βρεθεί ο υποψήφιος στην σχολή που επιθυμεί, αλλά ει δυνατόν αυτή η σχολή να είναι στην πόλη όπου βρίσκεται το πατρικό του. Η Μαρία είναι η μητέρα της Δήμητρας. Ιδιωτική υπάλληλος και – με τα σημερινά δεδομένα μάλλον καλοπληρωμένη – έχει ωστόσο «γονατίσει» για να φτάσει η κόρη της ως εδώ.
«Η Δήμητρα ξεκίνησε φροντιστήρια το καλοκαίρι της Α΄ προς Β' Λυκείου. Νωρίτερα και στο ενδιάμεσο έκανε και κάποια ιδιαίτερα. Τα φροντιστήρια είναι κάτι που κάνεις σχεδόν από κεκτημένη ταχύτητα. Επειδή το κάνουν όλοι. Δεν το ρωτάς καν το παιδί συνήθως, σου το ζητάει το ίδιο επειδή πάνε οι συμμαθητές του. Πέρυσι, πριν αλλάξω δουλειά τα χρήματα του φροντιστηρίου και το ενοίκιο μαζί ήταν περισσότερο από το μισθό μου. Γι' αυτό και έψαξα για δεύτερη δουλειά», μας λέει η Μαρία.
- 614 εκατ. ευρώ για φροντιστήρια γενικής εκπαίδευσης δαπάνησαν οι οικογένειες το 2023.
- 36% αυξήθηκε η δαπάνη τη διετία 2021- 2023.
- 7,2 εκατ. Ευρώ ήταν οι δαπάνες για φροντιστήρια τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
ΠΗΓΗ: ΚΑΝΕΠ / ΓΣΕΕ
Η Δήμητρα δίνει Πανελλήνιες, αλλά όχι και με πολλές αξιώσεις – κι αυτό για τους γονείς της, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, μοιάζει ενοχοποιημένα ανακουφιστικό. Αν η μικρή περάσει εκτός Αθήνας δεν νομίζουν ότι μπορούν να τη στηρίξουν γιατί θα χρειάζεται σχεδόν ένας μισθός. «Το κακό με το να πληρώνεις για φροντιστήρια και ιδιαίτερα για πολλά χρόνια, όταν δεν σου περισσεύουν, δεν είναι μόνο η οικονομική αιμορραγία», λέει η Μαρία υπογραμμίζοντας με ένα πικρό χαμόγελο «βλέπεις το παιδί σου σαν επένδυση, που όταν δεν αποδίδει χάνεις τα χρήματά σου. Κι αυτό κάνει κακό και στο ίδιο το παιδί νομίζω. Πολλές φορές όταν τσαντίζομαι μαζί της της λέω ‘εγώ πληρώνω τόσα λεφτά κι εσύ δεν...’ Και μετά το μετανιώνω. Γιατί δεν θα έπρεπε να πηγαίνει έτσι, δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζεις σαν εμπόρευμα τη γνώση και το παιδί σαν άλογο κούρσας, που όταν δεν τερματίζει είναι κουτσό».
Η ίδια η Δήμητρα πολλές φορές έχει πει ότι θέλει να σταματήσει το φροντιστήριο και το έχει κάνει κιόλας. Μια φορά της το σταμάτησε η μητέρα της, πέρσι το καλοκαίρι γιατί «ήταν πεταμένα λεφτά». Μετά αποφάσισε η ίδια να συνεχίσει και άλλαξε φροντιστήριο. Το παιδί είναι συνέχεια σε ένα πίσω μπρος. Δεν έχει καμία απάντηση για το τι θέλει να κάνει από εδώ και πέρα, καμία βαθιά επιθυμία ή όνειρο δεν φωτίζει τη ζωή της. Όσο για τους γονείς της, «ακόμα θέλουμε να πιστεύουμε ότι ‘αν το παιδί σπουδάσει θα έχει εφόδια’. Ακόμα κι αν καθημερινά βλέπουμε ότι οι βεβαιότητες της δικής μας γενιάς δεν υφίστανται πλέον. Καλές σπουδές δεν σημαίνουν καλύτερη ζωή πλέον», όπως διαπιστώνει η Μαρία.
Η ασφυξία είναι ωρολογιακή βόβμα
Αυτό το αδιέξοδο, αυτή η δύσκολη εξίσωση με τους πολλούς αγνώστους βασανίζει πολλές οικογένειες και – κυρίως – τα ίδια τα παιδιά. Ο Παναγιώτης Χουντής είναι καθηγητής σε ΕΠΑΛ εδώ και πολλά χρόνια. Πως αντιμετωπίζουν οι δικοί του μαθητές τις επερχόμενες εξετάσεις; Η μαθητική νεολαία περνάει πολύ μεγάλα ζόρια. Την πνίγουν με όλους τους τρόπους. Οι διακρίσεις και οι φραγμοί στις σπουδές δημιουργούν τεράστια ανάσχεση σε ένα ενδεχόμενο σχέδιο ζωής «να σπουδάσω μήπως βρω καμιά ανθρώπινη δουλειά». Οι φραγμοί αυτοί είναι τόσο «εσωεκπαιδευτικοί» όσο και «εξωεκπαιδευτικοί». Οι απανωτές εξετάσεις, η Τράπεζα Θεμάτων η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, η αδιανόητη εξεταστέα ύλη απαιτούν σκληρές προετοιμασίες και πολύχρονα φροντιστήρια. Όλα αυτά τα (αντί)εκπαιδευτικά μέτρα συναντιούνται με τα σοβαρά προβλήματα των οικογενειών, οι οποίες, ακόμα και αν ηρωικά καταφέρουν να ανταποκριθούν στα έξοδα των φροντιστηρίων, έρχονται μετά αντιμέτωπες με το ανέφικτο για την συντριπτική πλειοψηφία των σπουδών ενός παιδιού σε μια άλλη πόλη».
- έως 75% στην Αθήνα αυξήθηκαν οι ζητούμενες τιμές ενοικίασης για ακίνητα κατάλληλα για φοιτητές από το 2017 έως το 2024.
- έως 63% στην Πάτρα.
- έως 55% στη Θεσσαλονίκη.
ΠΗΓΗ: Δίκτυο E-Real Estates
Από την εμπειρία του με τους μαθητές και τις μαθήτριες που ξέρει στον λαϊκό Πειραιά ο Χουντής, εκτιμά ότι λίγοι δηλώνουν επαρχία και ελάχιστοι (αν δηλώσουν και περάσουν εκεί) είναι σε θέση να ανταποκριθούν στα τεράστια κόστη και να ακολουθήσουν την σχολή τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα «μεγάλο τμήμα της μαθητικής νεολαίας να μην έχει κανένα «σχέδιο βελτίωσης της ζωής της», να έχει παραιτηθεί από το «θα παλέψω να φτιάξω τη ζωή μου». Ντελίβερι και σεζόν παίζουν ως απαντήσεις στην ερώτηση «τι θα κάνεις του χρόνου;» Και βέβαια… εξωτερικό. Από «έχω βρει δουλειά ενάμιση μεροκάματο τη μέρα σε εστιατόριο στη Γαλλία» έως «βγάζω δίπλωμα οδήγησης για να την χρησιμοποιήσω σε τουριστική βάρκα σε λίμνη της Ιταλίας» μέχρι και ο,τι μπορείτε να φανταστείτε. Όλη αυτή η ασφυξία αποτελεί ωρολογιακή βόμβα. Ας μην τα βάλουν με τους νέους και τις νέες όταν η βόμβα σκάσει».
Λιτότητα, πανδημία και «αριστεία»
Ο Δημήτρης Μητρόπουλος διδάσκει σε μια αυτές που προ κρίσης θα αποκαλούσαμε «μεσοαστικές» γειτονιές, καλοβαλμένες και μάλλον άνετες, στην Νέα Σμύρνη. Είναι πρόεδρος της ΕΛΜΕ Νέας Σμύρνης, Καλλιθέας, Μοσχάτου. Διδάσκει σε δυο τμήματα της τρίτης λυκείου κι έχει ρωτήσει όλους του τους μαθητές αν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στο κόστος ζωής στην επαρχία. Μονάχα δυο απάντησαν θετικά… «Οι οικογένειες δεν έχουν τη δυνατότητα να στηρίξουν σπουδές εκτός της πόλης τους. Στην περσινή χρονιά είχα μαθητές που ενώ πέρασαν στην επαρχία, πήγαν για λίγο αλλά επειδή δεν άντεχαν τα έξοδα, επέστρεψαν και γράφτηκαν σε ιδιωτικές σχολές, από αυτές που θέλει να κάνει πανεπιστήμια η κυβέρνηση παρακάμπτοντας το άρθρο 16. Πριν 15 – 20 χρόνια το σύνηθες ήταν το παιδί να φεύγει από το πατρικό του και να πηγαίνει σε άλλη πόλη για σπουδές, τώρα πια αυτό είναι απαγορευτικό. Ένας νέος σήμερα εμποδίζεται να σπουδάσει από μια σειρά ταξικά φίλτρα – όπως τη δυνατότητα των γονιών να πληρώσουν φροντιστήρια ή το κοινωνικό μορφωτικό κεφάλαιο της οικογένειας. Εμείς οι εκπαιδευτικοί θέλουμε η εκπαίδευση να αμβλύνει τις ανισότητες κι αυτό επιτυγχάνεται με μια σειρά από μέτρα: μικρότερα τμήματα, καλύτερες υποδομές, δυνατότητες το σχολείο να ανοίγει ορίζοντες με άθληση και πολιτισμό, ό,τι δηλαδή προσφέρουν τα καλά ιδιωτικά σχολεία».
Ο Μητρόπουλος έχει διδάξει πάνω από δύο δεκαετίες από τα Καμίνια μέχρι το Ρέθυμνο κι από την Δραπετσώνα μέχρι το Κιλκίς. Η ματιά του έχει εύρος αλλά κι εκτείνεται μέσα στο χρόνο. Που βλέπει τη διαιρετική τομή, που η ανισότητα άρχισε να γίνεται πιο έντονη στην εκπαίδευση; Προφανώς στα μνημονιακά χρόνια της ακραίας λιτότητας, αλλά και στην πανδημία. «Είχα μαθητές που προσπαθούσαν να κάνουν μάθημα με ένα κινητό μαζί με τα αδέρφια τους σε ένα δωμάτιο κι άλλοι είχαν έναν καλό υπολογιστή και την ησυχία τους. Αν αυτό δεν είναι το μεγαλύτερο ταξικό φίλτρο τότε ποιο είναι; Αυτό το χάσμα υπάρχει ακόμα και προσπαθούν οι εκπαιδευτικοί να το γεφυρώσουν.
» Η κυβέρνηση έχει ως σλόγκαν την αριστεία. Αριστεία σημαίνει ωστόσο να πάρεις ένα παιδί που έχει περιορισμούς και να το ανεβάσεις, αυτό που λέγεται αλλιώς κοινωνική κινητικότητα μέσω της εκπαίδευσης. Αριστεία δεν είναι ένα παιδί να τελειώνει ένα πανάκριβο ιδιωτικό και μετά ένα αμερικάνικο πανεπιστήμιο… Μελέτη του Τομάς Πικετί δείχνει ότι στην Ευρώπη και την Αμερική γυρίζουμε στην βικτωριανή εποχή, το παιδί του φτωχού δεν θα μπορεί να ξεφύγει μέσω της εκπαίδευσης. Έχουμε δηλαδή ένα σχολείο με κακοπληρωμένους εκπαιδευτικούς που εκπαιδεύει τα παιδιά άνισα, αντίθετα με ό,τι ορίζει το Σύνταγμα – σε άλλη κατάσταση είναι τα σχολεία σε φτωχογειτονιές και άλλη στα βόρεια προάστια»
ΕΛΛΑΔΑ 2.0: Εμπρός… πίσω
Ο Θωμάς Μαλούτας είναι Ομότιμος Ερευνητής του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών και Ομότιμος Καθηγητής Κοινωνικής Γεωγραφίας του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου. Έχει μελετήσει τις κοινωνικές ανισότητες που αντιμετωπίζουν τα παιδιά και ως προς την εκπαίδευση, πόσο μάλλον την άνιση δυνατότητα πρόσβασης στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Λίγο πριν τα παιδιά μπουν στο κουλουαρ για να κόψουν το νήμα, συζητάμε μαζί του πώς ακριβώς μπαίνουν σε αυτόν τον αγώνα.
«Είναι σαφές ότι οι υποψήφιοι/ες για το πανεπιστήμιο δεν έχουν ίσες ευκαιρίες», λέει ο Μαλούτας. «Εκείνες/οι που προέρχονται από γονείς με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και από οικονομικά ευκατάστατες οικογένειες έχουν σημαντικά περισσότερες πιθανότητες να πετύχουν στις πανελλαδικές εξετάσεις από τους υπόλοιπους/ες. Ανάλογα εκείνες/οι που προέρχονται από γονείς με χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, από οικογένειες με περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες ή από μεταναστευτική προέλευση, έχουν πολύ λιγότερες πιθανότητες από το μέσο όρο. Η ανισότητα αυτή οξύνθηκε την περίοδο της κρίσης και δεν βελτιώθηκε στη συνέχεια».
Όπως εξηγεί ο Ομότιμος Καθηγητής, οι παράγοντες που τροφοδοτούν την ανισότητα είναι πολλαπλοί. «Καταρχάς, το κόστος των σπουδών έχει αυξηθεί σημαντικά, επιβαρύνοντας κυρίως όσους/ες δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν σε αυτό. Η δωρεάν παιδεία στην πραγματικότητα έχει κόστος. Το κόστος της προετοιμασίας σημαίνει ότι κάποιοι/ες δεν μπορούν να προετοιμασθούν όπως θα έπρεπε.
Παράλληλα, το προβλεπόμενο κόστος που αφορά τη διαβίωση των φοιτητριών/ών που θα σπουδάσουν μακριά από την πόλη των γονιών τους έχει αυξηθεί σημαντικά, αφού οι φοιτητικές εστίες δεν επαρκούν, η σίτιση είναι περιορισμένη κ.λπ., μειώνοντας τις επιλογές εκείνων που δεν μπορούν να το αντιμετωπίσουν.
Ένας δεύτερος παράγοντας είναι η περικοπή των θέσεων εισαγωγής στα πανεπιστήμια με τη λογική της βάσης εισαγωγής. Η λογική της σχετικής πολιτικής είναι ότι δεν μπορεί να εισέρχεται στο πανεπιστήμιο κάποιος/α που δεν πετυχαίνει μια ελάχιστη επίδοση στις εισαγωγικές εξετάσεις. Η λογική αυτή αντιβαίνει βεβαίως στην υπόσταση των πανελλαδικών εξετάσεων, στις οποίες διαγωνίζονται κάτοχοι του Απολυτηρίου –διαπιστευτηρίου που επιτρέπει την εισαγωγή– για συγκεκριμένο αριθμό θέσεων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η ελάχιστη βάση εισαγωγής μετατρέπει το διαγωνισμό σε συμπλήρωμα Απολυτηρίου και πρακτικά οδηγεί σε μείωση των φοιτητικών θέσεων στα πανεπιστήμια, κάτι που είναι δυσανάλογα επιζήμιο για όσες/ους ξεκινούν με κοινωνικό και οικονομικό μειονέκτημα».
Παλιότερα οι σπουδές στο Πανεπιστήμιο ήταν μια απολύτως ταξική υπόθεση. Στην Ελλάδα των παππούδων μας, σύμφωνα με την Απογραφή του 1961, από σχεδόν εφτά εκατομμύρια πολίτες μόνο 1,9% είχε δίπλωμα ανώτατης εκπαίδευσης. Η σημερινή εικόνα απέχει έτη φωτός, ωστόσο η καλπάζουσα φτώχεια μοιάζει σαν μας επιστρέφει σε παλαιότερες εποχές. Είναι έτσι, ρωτήσαμε τον κ.Μαλούτα.
«Το πανεπιστήμιο είναι ένας θεσμός που στο μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής του ήταν συνυφασμένος με τις κυρίαρχες τάξεις και την αναπαραγωγή τους. Τον προηγούμενο αιώνα και ιδιαίτερα στις τρεις δεκαετίας μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, η ανώτατη εκπαίδευση συνδέθηκε με τη μεγάλη αύξηση της μεσαίας τάξης, κάτι οδήγησε και στο κοινωνικό άνοιγμα του πανεπιστημίου. Αυτό συνέβη και στην Ελλάδα με τη μεγάλη κοινωνική κινητικότητα στη μεταπολεμική περίοδο και με το άνοιγμα του πανεπιστημίου στις αρχές της δεκαετίας του 1980», μας εξηγεί ο Ομότιμος Καθηγητής.
«Οι σημερινές συνθήκες δεν είναι ίδιες με εκείνων των εποχών, όταν οι οικογενειακές στερήσεις αφορούσαν επένδυση στο μέλλον των παιδιών που εξασφαλιζόταν μέσω της ανώτατης εκπαίδευσης», αναφέρει ο κ.Μαλούτας. «Οι αναμονές και οι πιθανότητες σήμερα για κοινωνική κινητικότητα μέσω του πανεπιστημίου έχουν σημαντικά μειωθεί, ιδιαίτερα για εκείνες/ους που δεν διαθέτουν το οικονομικό, εκπαιδευτικό και κοινωνικό κεφάλαιο που θα τους/ις βοηθήσει στην πορεία μετά το πανεπιστήμιο. Το επίπεδο της ανισότητας μοιάζει να μας φέρνει ξανά σε συνθήκες πολλών δεκαετιών πίσω, αλλά οι ανισότητες μπροστά μας είναι πιο πολύπλοκες και οι λύσεις δεν είναι προφανείς».
Η Χριστίνα Κουλούρη είναι ιστορικός, Καθηγήτρια και Πρύτανης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, που πριν ελάχιστες ημέρες ανακοίνωσε ότι ξεκινά την ριζική ανακαίνιση του κτιρίου της φοιτητικής του εστίας, η οποία είχε περιπέσει σε αχρηστία μετά το σεισμό του 1999. Πρόκειται για μια σπουδαία στιγμή για το Πανεπιστήμιο και για τους φοιτητές που αντιμετωπίζουν - μεταξύ άλλων- και οξύ στεγαστικό πρόβλημα. Οξύνονται οι διακρίσεις ως προς την πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση, ρωτήσαμε την κα Πρύτανη.
«Δεν έχω κάνει κάποια μελέτη για το αν υπάρχουν εμπόδια στους μαθητές, υπάρχει ωστόσο η εμπειρική διαπίστωση ότι τα περισσότερα παιδιά που περνούν στο πανεπιστήμιο δουλεύουν παράλληλα είτε σε μερική είτε σε πλήρη απασχόληση. Αυτοί οι φοιτητές – και ειδικά όσοι προέρχονται από την περιφέρεια, που αντιμετωπίζουν επιπλέον έξοδα – κάνουν μια υπερπροσπάθεια. Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα φτώχειας, το οποίο επηρεάζει την πορεία των παιδιών και για αυτό το λόγο δεν μπορούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές στα ασφυκτικά όρια που τίθενται από το θεσμικό πλαίσιο. Θα πρέπει κι η Πολιτεία κι εμείς, στο μέτρο του δυνατού, να αναλύσουμε το πρόβλημα και να στηρίξουμε αυτά τα παιδιά. Χρειαζόμαστε μια μελέτη για τη φοιτητική διαρροή, ένα Παρατηρητήριο της Φοίτησης ανά Πανεπιστήμιο, το οποίο να παρακολουθεί την πορεία κάθε φοιτητή και φοιτήτριας ξεχωριστά.
»Η δεκαετία του 2010 ήταν ένα σημείο καμπής για την ελληνική κοινωνία, αλλά και για το Πανεπιστήμιο, το οποίο δεν μπορεί να στηρίξει τους φοιτητές του. Επίσης, η αγορά της στέγης έχει αλλάξει και τα ενοίκια είναι πλέον απαγορευτικά στην Αθήνα, αλλά και ο καλπάζων πληθωρισμός κάνει τη ζωή πολύ ακριβή. Για αυτό κι εμείς θέσαμε σε απόλυτη προτεραιότητα την ανακαίνιση της φοιτητικής εστίας και προσπαθούμε με τα πολύ περιορισμένα χρήματα που δίνονται για την σίτιση να έχουμε ένα καλό εστιατόριο για τους φοιτητές μας», μας λέει η κα Πρύτανης.
Είναι λοιπόν οι σπουδές ένας αγώνας δρόμου, που ξεκινάει από το λύκειο για να τελειώσει στο πτυχίο, ρωτάμε την κα Κουλούρη. «Ακριβώς. Δεν τελειώνουν τα προβλήματα μόλις τελειώσουν οι Πανελλήνιες. Πάρα πολλά παιδιά αναγκάζονται να εργαστούν ακόμα και σε αδήλωτη εργασία και το Πανεπιστήμιο αδειάζει από ένα σημείο και μετά επειδή πηγαίνουν να δουλέψουν σεζόν».
dnews.gr