Μπορεί να φαντάζει ως αστείο, αλλά αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της ανθρώπινης και όχι μόνο φύσης. Πώς είναι εκείνος ο μηχανισμός που ενεργοποιείται και γαργαλιόμαστε...
Ένα ερώτημα που απασχολεί και προβληματίζει για περισσότερα από 2.000 χρόνια, από στοχαστές και φιλοσόφους μέχρι επιστήμονες.
Το γαργάλημα, είναι πιθανώς μια οικεία αίσθηση για τους περισσότερους από εμάς. Κάποια στιγμή στη ζωή μας, πιθανότατα έχουμε υποστεί γαργάλημα ή έχουμε γαργαλήσει κάποιον άλλον, ή ακόμα και τα κατοικίδιά μας (οι αρουραίοι λατρεύουν το γαργάλημα και μάλιστα "γελούν" με αυτό).
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι είναι ένα συνηθισμένο μέρος του ανθρώπινου δεσμού, η αίσθηση αυτή έχει ερευνηθεί ελάχιστα, σε βαθμό που εξακολουθούμε να γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα. Για παράδειγμα, δεν ξέρουμε γιατί ορισμένες περιοχές του σώματός μας είναι πιο ευαίσθητες από άλλες, ούτε γιατί κάποιοι άνθρωποι απολαμβάνουν το γαργάλημα, ενώ άλλοι το αντιπαθούν, αλλά εξακολουθούν να γελούν. Γιατί, επίσης, δεν μπορούμε να γαργαλάμε τον εαυτό μας;
«Το γαργάλημα είναι σχετικά υποερευνημένο», εξήγησε σε δήλωσή της η Κωνσταντίνα Κιλτένι νευροεπιστήμονας και συγγραφέας μιας νέας μελέτης.
«Πρόκειται για μια πολύπλοκη αλληλεπίδραση κινητικών, κοινωνικών, νευρολογικών, αναπτυξιακών και εξελικτικών πτυχών. Αν γνωρίζουμε πώς λειτουργεί το γαργάλημα σε επίπεδο εγκεφάλου, θα μπορούσε να προσφέρει πολλές πληροφορίες για άλλα θέματα της νευροεπιστήμης. Το γαργάλημα μπορεί να ενισχύσει τον δεσμό μεταξύ γονέων και παιδιών, για παράδειγμα, και συνήθως γαργαλάμε τα μωρά και τα παιδιά μας», πρόσθεσε η επιστήμονας.
Το περίεργο σε αυτή τη διαδικασία είναι ότι δεν μπορούμε να αυτογαργαληθούμε.
"Προφανώς, ο εγκέφαλός μας διακρίνει τον εαυτό μας από τους άλλους, και επειδή ξέρουμε πότε και πού πρόκειται να γαργαληθούμε, ο εγκέφαλος μπορεί να απενεργοποιήσει εκ των προτέρων το αντανακλαστικό του γαργαλήματος", δήλωσε η Kilteni. "Αλλά δεν ξέρουμε τι ακριβώς συμβαίνει στον εγκέφαλό μας όταν μας γαργαλούν".
Ένας από τους λόγους για τους οποίους το θέμα αυτό παραμένει τόσο ασαφές, προτείνει η Kilteni, θα μπορούσε να οφείλεται σε ένα ζήτημα ορισμού εντός της επιστημονικής κοινότητας. Ένα σημαντικό πρόβλημα στο πλαίσιο αυτό είναι ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ της πράξης του να γαργαλάς κάποιον δυνατά και του να γαργαλάς κάποιον ελαφρά. Προφανώς, η πρώτη αίσθηση είναι σημαντικά υποβαθμισμένη σε σύγκριση με τη δεύτερη.
Η εργασία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Science Advances.
Newsbomb.gr