Το πιο πρόσφατο παράδειγμα από την συγκεκριμένη Ευρωπαϊκή χώρα φαίνεται πως επιβεβαιώνει την τάση που βλέπουμε σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το δίπλωμα οδήγησης αποτελεί το απαραίτητο δια νόμου εφόδιο κάθε νέου οδηγού που θέλει να ξεκινήσει την περιπέτειά του στο αυτοκίνητο. Στην χώρα μας, η διαδικασία απόκτησής του περιλαμβάνει δύο σκέλη: το θεωρητικό και το πρακτικό.
Στο πρώτο σκέλος, ο υποψήφιος καλείται να απαντήσει σε ερωτήσεις βασισμένες στην «Βίβλο» της οδήγησης, δηλαδή τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (Κ.Ο.Κ.), ενώ στο δεύτερο, αξιολογείται μέσα από δοκιμασίες οδήγησης όπως πορεία, παρκάρισμα και ειδικές μανούβρες (π.χ. οπισθογωνία).
Παρότι το συγκεκριμένο σύστημα είναι ένα σύστημα που εφαρμόζεται εδώ και δεκαετίες, δεν είναι λίγοι αυτόι που πλέον το χαρακτηρίζουν από ξεπερασμένο μέχρι και αναποτελεσματικό. Μάλιστα, οι περιπτώσεις των οδηγών που περνούν τις εξετάσεις και αποκτούν το δίπλωμα, ωστόσο δεν αισθάνονται καθόλου έτοιμοι να βγουν στον δρόμο, αποτελεί ενδεικτικό παράδειγμα της μάλλον ελλιπής εκπαίδευσης που τους παρέχεται.
Προσπαθώντας να εξηγήσουμε το φαινόμενο αυτό, καταλήγουμε στο ότι η πραγματικότητα της οδήγησης στους ελληνικούς δρόμους, διαφέρει σημαντικά από το προστατευμένο περιβάλλον της σχολής οδηγών και των εξετάσεων. Ως αποτέλεσμα, αρκετοί νέοι οδηγοί διστάζουν ή και αποφεύγουν εντελώς να πιάσουν το τιμόνι, καθώς δεν αισθάνονται ικανοί να ανταποκριθούν στις πραγματικές συνθήκες κυκλοφορίας.
Ο βασικός λόγος για αυτή την αναντιστοιχία εντοπίζεται στο γεγονός ότι οι εξετάσεις – και κυρίως το θεωρητικό σκέλος – επικεντρώνονται περισσότερο στην αποστήθιση, παρά στην πραγματική κατανόηση της οδικής συμπεριφοράς. Έτσι, οι περισσότεροι υποψήφιοι οδηγοί συνηθίζουν να απομνημονεύουν τις σωστές απαντήσεις για να περνούν την εξέταση, χωρίς όμως να καλλιεργούν ουσιαστική κριτική σκέψη ή να αντιλαμβάνονται την ευθύνη που συνεπάγεται η οδήγηση.
Παράλληλα, οι υφιστάμενες θεωρητικές ερωτήσεις βασίζονται σε ένα απαρχαιωμένο πλαίσιο, το οποίο δεν αντικατοπτρίζει τη σύγχρονη πραγματικότητα της οδήγησης. Τα σημερινά οχήματα ενσωματώνουν μια πληθώρα προηγμένων τεχνολογιών ασφαλείας – από κάμερες και ραντάρ έως έξυπνα συστήματα ειδοποίησης και υποβοήθησης – τα οποία σπανίως λαμβάνονται υπόψη στη διαδικασία αξιολόγησης.
Αυτή η αναντιστοιχία είναι πλέον εμφανής και στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής σε διεθνές επίπεδο, οι οποίοι φαίνεται να αντιλαμβάνονται την ανάγκη ριζικής αναδιάρθρωσης του συστήματος απόκτησης διπλώματος. Η τάση πλέον μετατοπίζεται προς μια πιο ουσιαστική προσέγγιση, που δίνει έμφαση στην καλλιέργεια υπεύθυνης και συνειδητής οδηγικής συμπεριφοράς. Ο στόχος είναι να ξεπεραστεί η στείρα αποστήθιση και να ενισχυθεί η κριτική σκέψη και η οδική αντίληψη των νέων οδηγών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Ισπανία, όπου η Γενική Διεύθυνση Οδικής Κυκλοφορίας (DGT) σχεδιάζει την ενσωμάτωση βίντεο με ρεαλιστικά σενάρια κινδύνου, τα οποία θα αξιολογούν την αντίδραση και τον τρόπο σκέψης του υποψήφιου οδηγού. Σκοπός του νέου μοντέλου δεν είναι απλώς η σωστή απάντηση, αλλά η ανάδειξη της ικανότητας να εντοπίζεται ο κίνδυνος και να λαμβάνεται η σωστή απόφαση σε πραγματικές συνθήκες.
Ανάλογες πρακτικές εφαρμόζονται ήδη σε χώρες όπως η Γαλλία, όπου οι θεωρητικές εξετάσεις συνοδεύονται από οπτικοακουστικές προσομοιώσεις, ή το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου οι υποψήφιοι καλούνται να αναγνωρίσουν τη στιγμή εμφάνισης ενός κινδύνου ενώ παρακολουθούν βίντεο πραγματικών περιστατικών.
Στην Ισπανία, το σχετικό σχέδιο είχε παρουσιαστεί ήδη από το 2019 σε μορφή προσχεδίου, ωστόσο τώρα φαίνεται πως βρίσκεται στην τελική ευθεία για επαναφορά και υλοποίησή του. Τα πρώτα πιλοτικά τεστ αναμένεται να ξεκινήσουν στα τέλη του 2026, αν και δεν έχει δοθεί ακόμη συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την καθολική εφαρμογή του νέου συστήματος.
Εν τω μεταξύ, στην Ιβηρική χώρα έχουν ήδη εφαρμοστεί τεχνολογικές καινοτομίες στο πρακτικό σκέλος των εξετάσεων, με το να επιτρέπεται ηχρήση καμερών οπισθοπορείας και αισθητήρων παρκαρίσματος , σε αντίθεση με άλλες τεχνολογίες, όπως το προσαρμοζόμενο cruise control ή τα συστήματα ειδοποίησης αλλαγής λωρίδας, τα οποία εξακολουθούν να απενεργοποιούνται.
Η πρόκληση για τις αρμόδιες αρχές παραμένει η εξεύρεση της χρυσής τομής ανάμεσα στην εκμάθηση, την τεχνολογία και την ουσιαστική αξιολόγηση των πραγματικών ικανοτήτων ενός νέου οδηγού. Το σίγουρο είναι ότι αν θέλουμε νέους οδηγούς που καταλαβαίνουν το βάρος της οδήγησης από την αρχή της οδηγικής τους εμπειρίας, το υπάρχουν μοντέλο των εξετάσεων για το δίπλωμα πρέπει να επαναπροσδιοριστεί.
carandmotor.gr