Η παιδική κατάθλιψη απαντάται σε ποσοστό 2% σε παιδιά, 4-8% σε εφήβους. Αυτό σημαίνει πως 2 στα 100 παιδιά έχουν διαγνωστεί με καταθλιπτικά συμπτώματα, ενώ 4 με 8 στους 100 εφήβους έχουν πάρει τη διάγνωση της κατάθλιψης.
Εμφανίζεται περισσότερο σε κορίτσια μετά την εφηβεία, με την αρχή και της εμμήνου ρύσεως, ενώ στα αγόρια είναι αρκετά σπανιότερη. Συχνά συνυπάρχει με αγχώδεις διαταραχές, ΔΕΠ-Υ ή Διαταραχές Συμπεριφοράς, όπου συνήθως συνιστά δευτερεύουσα διάγνωση, με τις πρώτες να υπάρχουν και να μην έχουν διαγνωστεί εγκαίρως ή να μην υπάρχει κάποια παρέμβαση.
Τα βασικά διαγνωστικά κριτήρια για την κατάθλιψη είναι δύο: Καταθλιπτική διάθεση τις περισσότερες ώρες της ημέρας για διάστημα περισσότερο από δύο εβδομάδες και μειωμένο ενδιαφέρον ή ευχαρίστηση για δραστηριότητες που παλαιότερα είχαν ενθουσιασμό. Στα παιδιά η καταθλιπτική διάθεση έχει στοιχεία ευερεθιστότητας – μιλάνε απότομα, έχουν ξεσπάσματα, έντονες εναλλαγές της διάθεσης.
Τα βασικά αυτά συμπτώματα συνοδεύονται από δευτερεύοντα, τα οποία κάνουν πιο εύκολη την καταγραφή της διάγνωσης. Αυτά αφορούν σημαντική αλλαγή στο βάρος ή στην όρεξη. Χαρακτηριστικά, στα παιδιά μπορεί να εμφανιστεί σαν μια αποτυχία της αναμενόμενης αύξησης του βάρους, π.χ. στην προεφηβεία τα παιδιά αναμένεται να λάβουν βάρος και να αρχίσει ο σκελετός τους να μοιάζει πιο δεμένος. Παιδιά με κατάθλιψη μπορεί να εμφανίζουν δυσκολίες στον ύπνο, όπως εφιάλτες, τινάγματα και κράμπες, ή να κοιμούνται πάρα πολλές ώρες.
Τα σημάδια στο σώμα
Σωματικά συμπτώματα, όπως πόνοι, πονοκέφαλοι, στομαχόπονοι χωρίς καμία ιατρική ένδειξη, είναι επίσης αρκετά συχνά φαινόμενα. Μικρότερα παιδιά μπορεί να παλινδρομήσουν σε προηγούμενα στάδια (π.χ. να κοιμούνται με τους γονείς τους, να εμφανίζουν ατυχήματα ενούρησης κ.ο.κ.) ή να κυριεύονται από άγχος αποχωρισμού.
Οσο προχωράμε από την παιδική ηλικία στην προεφηβεία, από τη μια μπορεί να είναι φουλ στην ενέργεια και από την άλλη να «σβήνουν» απότομα, να κουράζονται πολύ εύκολα. Εχουν την τάση να αποσύρονται κοινωνικά και να περνούν περισσότερο χρόνο μόνοι τους, στο δωμάτιό τους. Μπορεί να έχουν εσφαλμένη εικόνα εαυτού – συνήθως μιλάμε και για διαταραχές τροφικές: βουλιμία, ανορεξία – αυτοκαταστροφικές τάσεις: αυτοτραυματισμοί, υιοθέτηση επικίνδυνων χόμπι ή συμπεριφορών (αλκοόλ, κάπνισμα κ.λπ.) – αισθήματα κατωτερότητας ή ενοχής. Τέλος, δυσκολεύονται να λάβουν αποφάσεις και μπορεί να εκφράσουν σκέψεις θανάτου ή αυτοκτονίας.
Παράλληλα, η καταθλιπτική διάθεση προκαλεί κλινικά σημαντική δυσφορία ή έκπτωση στη λειτουργικότητα στο σχολείο, στις σχέσεις με τους φίλους, στη συμβίωση στο σπίτι με άλλα μέλη της οικογένειας. Υπάρχουν καβγάδες, ανάρμοστες συμπεριφορές, απομόνωση. Ολα αυτά δεν οφείλονται σε ουσίες ή σε κάποια ιατρική κατάσταση.
Είναι δύσκολη η ανίχνευση των χαρακτηριστικών της κατάθλιψης στην παιδική ηλικία. Κάποιες φορές μιλάμε για ιδιοσυγκρασία και προσωπικότητα και τότε τα πράγματα γίνονται πολύ πιο σύνθετα. Τα παιδιά με κατάθλιψη είναι εύκολο να ξεφύγουν από τη διάγνωση, διότι δεν μπορούν να εκφράσουν αυτά που νιώθουν, αλλά τα εκδηλώνουν με διάφορους άλλους τρόπους.
Αυτή η κατάσταση κάνει το παιδί να υποφέρει πολύ. Συνήθως οι γονείς δεν σπουδαιολογούν τα σημάδια και δεν δίνουν τη δέουσα σημασία στο παιδί. Μερικές φορές το πρώτο σύμπτωμα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι γονείς είναι η τάση αυτοκτονίας. Περίπου το 13% των παιδιών (ηλικίας 10 ετών) πάσχει από κατάθλιψη. Παιδιά καταθλιπτικών γονιών είναι πιθανότερο να εμφανίσουν και τα ίδια μορφές κατάθλιψης. Επίσης, η φαρμακευτική αγωγή σε αυτήν την ηλικία δεν είναι απόλυτα αποτελεσματική.
Η εφηβεία αποτελεί την πιο κρίσιμη περίοδο, κατά την οποία αναπτύσσονται σημαντικά στάδια της ζωής του ατόμου και ολοκληρώνεται με την απόκτηση της ταυτότητας και την ενηλικίωσή του. Κατά την εφηβική περίοδο η κατάθλιψη παρουσιάζεται με μεγάλη συχνότητα και επιφέρει πολλούς κινδύνους, με τον πιο σημαντικό να ακούει στο όνομα «αυτοκτονία». Οι τιμές της ΜΚΔ στους εφήβους κυμαίνονται από 9% έως 24%.
Παιδική κατάθλιψη: 10 παράγοντες κινδύνου
Η κατάθλιψη δεν είναι «γονίδιο μίας νόσου». Είναι πολυπαραγοντική, με εκτεταμένη γονιδιωματική διάχυση, περιβαλλοντικούς εκλυτικούς παράγοντες και αναπτυξιακά ευαίσθητες περιόδους (π.χ. εφηβεία, λοχεία). Η πρόληψη στοχεύει σε μειώσεις στρες και ενίσχυση προστατευτικών παραγόντων (ύπνος, δραστηριότητα, κοινωνική στήριξη), ιδιαίτερα σε άτομα με οικογενειακό ιστορικό.
1. Η γενετική προδιάθεση θεωρείται ένας από τους ισχυρότερους παράγοντες κινδύνου. Μελέτες οικογενειών και διδύμων έχουν δείξει ότι το ποσοστό κληρονομικότητας της κατάθλιψης ανέρχεται περίπου στο 30-40%. Οικογενειακές μελέτες δείχνουν ότι οι συγγενείς πρώτου βαθμού ατόμων με Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή (ΜΚΔ) έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης. Διδυμικές μετα-αναλύσεις εκτιμούν την κληρονομικότητα της ΜΚΔ περίπου 35-40% μεγαλύτερη για πρώιμης έναρξης και υποτροπιάζουσα κατάθλιψη. Αυτό σημαίνει ότι ένα παιδί που έχει γονέα με ιστορικό κατάθλιψης έχει αυξημένη πιθανότητα να αναπτύξει και το ίδιο συμπτώματα.
2. Επιπλέον, βιολογικές διεργασίες, όπως η δυσλειτουργία στον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων, οδηγούν σε αυξημένη παραγωγή κορτιζόλης, που σχετίζεται με την ευαλωτότητα σε καταθλιπτικές αντιδράσεις. Διαταραχές στη ρύθμιση της σεροτονίνης και της ντοπαμίνης, που σχετίζονται με την ευχαρίστηση και την ανταμοιβή, έχουν επίσης συνδεθεί με την εμφάνιση συμπτωμάτων. Για παράδειγμα, ένα παιδί με μητέρα που πάσχει από Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή μπορεί να αναπτύξει ευαισθησία σε καταστάσεις στρες, όπως μετακόμιση ή αλλαγή σχολείου, εκδηλώνοντας έντονη απομόνωση και έλλειψη διάθεσης.
3. Η προσωπικότητα και οι γνωστικές διαδικασίες του παιδιού αποτελούν βασικούς παράγοντες επικινδυνότητας. Παιδιά με χαμηλή αυτοεκτίμηση και τάση για αρνητική αυτοαξιολόγηση είναι πιο επιρρεπή στην κατάθλιψη.
Σύμφωνα με τον Aaron Beck, οι αρνητικές γνωστικές πεποιθήσεις («Δεν αξίζω», «Τίποτα δεν θα πάει καλά») συντελούν στη δημιουργία ενός «καταθλιπτικού γνωστικού σχήματος». Επιπλέον, η αδυναμία στη ρύθμιση συναισθημάτων (π.χ. θυμού ή απογοήτευσης) ενισχύει την πιθανότητα εμφάνισης συμπτωμάτων. Για παράδειγμα, μία έφηβη που απέτυχε σε εξετάσεις μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «είναι άχρηστη» και να αποσύρεται από κοινωνικές δραστηριότητες, ενισχύοντας τον φαύλο κύκλο της κατάθλιψης.
Η οικογένεια παίζει καθοριστικό ρόλο στη συναισθηματική ανάπτυξη
4. Ψυχιατρικό ιστορικό γονέων:
Η κατάθλιψη ή οι αγχώδεις διαταραχές στους γονείς αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης της διαταραχής στα παιδιά. Μητέρα με κρίσεις πανικού και φοβίες ήταν το πρόσωπο αναφοράς για την ενήλικη κόρη της όταν άρχισε να μένει μακριά από την οικογενειακή εστία. Εμφάνισε κρίσεις πανικού, άγχος αποχωρισμού και φοβίες και έπειτα από αρκετή ψυχοθεραπεία και φαρμακευτική αγωγή κατάφερε να το ξεπεράσει.
5. Στιλ ανατροφής
Γονείς που είναι υπερπροστατευτικοί δεν βοηθούν τα παιδιά τους να αναπτύξουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Ετσι, τα παιδιά εμφανίζουν άγχος, φοβίες και συμπτώματα θλίψης. Από την άλλη, γονείς που είναι επικριτικοί αναθρέφουν παιδιά με έλλειψη αυτοπεποίθησης και συμπλέγματα κατωτερότητας. Είναι αρκετά εύκολο για αυτά τα παιδιά να πέσουν θύματα εκφοβισμού και να δημιουργήσουν τοξικές κοινωνικές σχέσεις.
6. Συγκρούσεις και διαζύγιο
Δεν είναι εύκολο για κάποια παιδιά να αντιμετωπίσουν τις συγκρούσεις των γονιών τους. Οι δύο άνθρωποι που είναι υπεύθυνοι για την ανατροφή τους, αυτοί οι δύο διαφωνούν και δημιουργούν συναισθήματα ανασφάλειας στα παιδιά τους. Επίσης, δημιουργούνται εσφαλμένες αντιλήψεις στο παιδί για τις σχέσεις με τους ανθρώπους, λανθασμένα πρότυπα σχέσεων και τα παιδιά φοβούνται πως θα χάσουν τον έναν από τους δύο γονείς τους. Φυσικά, από το να βιώνει το παιδί συγκρούσεις, είναι προτιμότερο ένα ζευγάρι να φτάσει στο διαζύγιο. Ομως, καλό θα ήταν αυτό να συμβεί με τη βοήθεια κάποιου ειδικού.
7. Κακοποίηση και παραμέληση
Δεν αποτελεί έκπληξη άτομα που έχουν κακοποιηθεί ή παραμεληθεί να εμφανίζουν συμπτώματα κατάθλιψης. Εχει βρεθεί πως τα άτομα που δεν έχουν λάβει την αναγκαία φροντίδα σε σημαντικά στάδια της ζωής τους εκφράζουν αυξημένα επίπεδα θλίψης και άγχους. Φανταστείτε ένα παιδί να κλαίει, να αναζητά φροντίδα και να μην τη δέχεται. Το άγχος του γίνεται εντονότερο όσο περνάει η ώρα και δεν εμφανίζεται το πρόσωπο φροντίδας του. Παιδιά που έχουν υποστεί σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση παρουσιάζουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης κατάθλιψης στην παιδική ηλικία, αλλά και στην ενήλικη ζωή.
Από την άλλη, άτομα που δέχονται κακοποίηση στο οικογενειακό τους περιβάλλον αναπαράγουν μοτίβα κατωτερότητας και απομονώνονται από το κοινωνικό σύνολο. Είναι αποσυρμένα, χωρίς ενδιαφέροντα και δυσκολεύονται να εμπιστευτούν και να κάνουν φιλίες.
Η σχολική και η κοινωνική ζωή παίζουν σημαντικό ρόλο
8. Σχολικός εκφοβισμός: Τα παιδιά που γίνονται θύματα bullying παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά καταθλιπτικών συμπτωμάτων. Αισθάνονται ανάξια, παίρνουν τον ρόλο του φταίχτη και νιώθουν ενοχή για όσα βιώνουν. Δυσκολεύονται να υψώσουν ανάστημα και συνήθως φοβούνται να ζητήσουν βοήθεια για να μη δεχθούν επιπλέον απόρριψη.
9. Κοινωνικοοικονομικές δυσκολίες: Η φτώχεια και η ανεργία των γονέων αυξάνουν το στρες του παιδιού και μειώνουν τις ευκαιρίες κοινωνικής ένταξης. Ενα παιδί που ζει σε συνθήκες φτώχειας δεν μπορεί να συμμετέχει σε δραστηριότητες όπως οι συμμαθητές του και συχνά νιώθει κατώτερο ή περιθωριοποιημένο. Επίσης, δεν μπορεί να ντύνεται με ακριβές μάρκες, να έχει καινούργιες τσάντες και αξεσουάρ. Ολα αυτά το βάζουν σε υποδεέστερη θέση και γίνεται στόχος για να το κοροϊδεύουν τα υπόλοιπα παιδιά.
10. Κοινωνικός αποκλεισμός: Δυστυχώς, οι παρέες παιδιών μπορούν πολύ εύκολα να απορρίψουν. Η έλλειψη φίλων, ο εκφοβισμός, οι μαθησιακές δυσκολίες, η εξωτερική εμφάνιση στοχοποιούν τα παιδιά και τα κάνουν να αισθάνονται ακόμη περισσότερο μόνα.
Τέλος, γεγονότα που λαμβάνουν χώρα στη ζωή του ατόμου ή στην κοινωνία μπορούν να επηρεάσουν την εμφάνιση καταθλιπτικών συμπτωμάτων. Ο θάνατος και η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου κάνουν ένα παιδί να αισθάνεται ευάλωτο και φοβισμένο απέναντι στη μόνιμη ιδέα του θανάτου. Παιδιά που μεγαλώνουν με χρόνιους ασθενείς αισθάνονται ανασφάλεια, φόβο και δυσφορία απέναντι σε θέματα υγείας. Επίσης, η μετανάστευση σε μια άλλη χώρα, η προσφυγιά, ο πόλεμος δημιουργούν άγχος και αγωνία, καθώς τίποτα από όσα ήξερε μέχρι τη στιγμή εκείνη το άτομο δεν είναι ίδιο. Ενα παιδί πρόσφυγας που έχει χάσει το σπίτι του και έχει αποχωριστεί συγγενείς μπορεί να βιώσει έντονο πένθος, ανασφάλεια και καταθλιπτικά συμπτώματα.
Η παιδική κατάθλιψη προκύπτει από τη σύνθεση γενετικών, ψυχολογικών, οικογενειακών και κοινωνικών παραγόντων. Η έγκαιρη αναγνώριση αυτών των παραγόντων είναι ζωτικής σημασίας για την πρόληψη και τη θεραπεία. Οι παρεμβάσεις πρέπει να είναι ολιστικές: Να στηρίζουν το παιδί, να ενισχύουν το οικογενειακό περιβάλλον και να προάγουν θετικές κοινωνικές σχέσεις.
*Από την Μπούρα Παρασκευή, Ψυχολόγο – παιδοψυχολόγο, ομαδική αναλύτρια
*Από το ένθετο ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ & BULLYING που κυκλοφορεί με τον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής
EleftherosTypos.gr