Ανατροπές σε παροχές που δεν έχουν να κάνουν με τις συντάξεις, όπως ασθένειας, εργατικού ατυχήματος, κατασκηνώσεων και μητρότητας αναμένεται να επιφέρει σε εκατοντάδες χιλιάδες ασφαλισμένους του ΕΦΚΑ, ο νέος, Ενιαίος Κανονισμός Παροχών, που σύμφωνα με την υπουργό Εργασίας Νίκη Κεραμέως, βρίσκεται μεταξύ των άμεσων προτεραιοτήτων του υπουργείου.
Με τον νέο αυτό κανονισμό - που θα έπρεπε να συνοδεύει τον ΕΦΚΑ από την σύστασή του κιόλας τον Ιανουάριο του 2017, μαζί με τους εξίσου σημαντικούς κανονισμούς Ασφάλισης και Αναπηρίας - αναμένεται να τεθούν ενιαίες και κατά συνέπεια σε πολλές περιπτώσεις αυστηρότερες προϋποθέσεις χορήγησης των συγκεκριμένων παροχών.
Παράλληλα βέβαια, θα περιλαμβάνονται και περικοπές παροχών που εξακολουθούν να καταβάλουν κυρίως τα Ταμεία που στο παρελθόν λέγονταν «ευγενή», δηλαδή εκείνα όπου ασφαλίζονταν εργαζόμενοι σε ΟΤΕ, ΔΕΗ, Τράπεζες και ΔΕΚΟ.
Ήδη, η επιτροπή που είχε συσταθεί στο υπουργείο Εργασίας έχει καταλήξει σε μια σειρά από προτάσεις, τις οποίες επεξεργάζεται η πολιτική ηγεσία, προκειμένου, πιθανότατα και εντός του 2025 ή το αργότερο κατά τους πρώτους μήνες του 2026, ο νέος Κανονισμός Παροχών να ψηφιστεί από την Βουλή και να τεθεί σε εφαρμογή.
Έμφαση θα δοθεί στις παροχές ασθένειας, εργατικού ατυχήματος, αλλά και μητρότητας, όπως και στα έξοδα κηδείας. Με τον τρόπο αυτό αναμένεται να υπάρξει εξορθολογισμός των παροχών και να δημιουργηθεί ένας ενιαίος κανονισμός, από τους 88 που υπάρχουν σήμερα.
Παράλληλα δε, θα υλοποιηθεί ένα πολύ σημαντικό βήμα για την πραγματική, ουσιαστική και ενιαία αντιμετώπιση όλων των ασφαλισμένων στον ΕΦΚΑ, καθώς βασική αρχή του θα είναι: ίδιες παροχές για ίδιες εισφορές.
Ένα από τα «αγκάθια» που σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις θα παραμείνει εκτός, είναι το δημόσιο, όπου η εξίσωση δεν είναι εύκολη. Για παράδειγμα οι δημόσιοι υπάλληλοι καταβάλλουν σήμερα εισφορά της τάξης του 2%, χωρίς να έχουν δικαίωμα για επίδομα ανεργίας.
Παράλληλα βέβαια, οι δημόσιοι υπάλληλοι εξακολουθούν να αμείβονται κανονικά, χωρίς περικοπή, από το δημόσιο – εργοδότη τους σε περίπτωση άδειας ασθένειας και μόνο σε περίπτωση μακροχρόνιας αναρρωτικής άδειας βλέπει μια μικρή περικοπή του μισθού.
Αποκλίσεις βέβαια υπάρχουν και μεταξύ ελεύθερων επαγγελματικών και μισθωτών. Η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του επιδόματος ασθένειας, που δεν δικαιούνται οι μη μισθωτοί.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στο προωθούμενο νομοσχέδιο θα υπάρχει σχετική πρόβλεψη – ανάσα για τους χιλιάδες μη μισθωτούς, υπό αυστηρές βέβαια προϋποθέσεις, ενώ βελτιώσεις θα υπάρχουν και όσον αφορά το εργατικό ατύχημα.
Καθώς βέβαια στις περιπτώσεις ΙΚΑ, ΝΑΤ και «ευγενών ταμείων» οι αποκλίσεις ήταν και εξακολουθούν να είναι μεγάλες, με ενδεικτική την περίπτωση των εξόδων κηδείας, που για τους ασφαλισμένους στο πρώην Ταμείο του ΗΣΑΠ ανέρχονται στις 1.700 ευρώ, ενώ του ΝΑΤ είναι 690 ευρώ, θα υπάρξουν και σημαντικές περικοπές.
Στην πράξη, ο νέος κανονισμός παροχών θα καταργεί όλα τα επιμέρους ποσά που καταβάλλουν τα Ταμεία, σύμφωνα με τα καταστατικά τους, για έξοδα κηδείας, επιδόματα ασθένειας και ατυχήματος, αναγνωρίζοντας βέβαια ειδικές εξαιρέσεις.
Στη θέση των καταργηθέντων επιδομάτων και βοηθημάτων θα καθοριστεί, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ένα ενιαίο ποσό, ίδιο για κάθε κατηγορία. Έτσι, στο παράδειγμα των εξόδων κηδείας, τα 1.700 ευρώ του ΗΣΑΠ θα μειωθούν, τα 690 ευρώ του ΝΑΤ θα αυξηθούν και μπούσουλας θα είναι ένα ποσό κοντά σε αυτό που δίνει σήμερα το τέως ΙΚΑ, μεταξύ δηλαδή των 900 και 1.000 ευρώ.
Μικρές αυξήσεις αναμένονται και στα επιδόματα μητρότητας (κύησης – λοχείας), χωρίς όμως και πάλι, να φθάνουν αυτά του δημοσίου. Σε αυτό το επίπεδο πάντως, πρέπει να σημειωθεί ότι ειδικά για την μητρότητα, έχει επιτευχθεί με ξεχωριστές νομοθετικές παρεμβάσεις, οι ενιαίες προϋποθέσεις λήψεις άδειας μητρότητας μεταξύ των μητέρων που προέρχονται από το Δημόσιο, τον ιδιωτικό τομέα ή τον κλάδο των αυτοαπασχολούμενων.
Υπάρχουν βέβαια και παροχές, όπως για παράδειγμα η δυνατότητα φιλοξενίας σε κάποια ιδρύματα για ηλικιωμένους, που αφορούν βέβαια ασφαλισμένους που καταβάλλουν επιπλέον εισφορές. Σε αυτήν την περίπτωση, φαίνεται πως προκρίνεται η λύση της διάλυσής τους, με κατάργηση της επιπλέον εισφοράς, εφόσον βέβαια εκλείψει η ανάγκη κάλυψης των ασφαλισμένων που ήδη κάνουν χρήση της παροχής.
euro2day.gr