Πώς διεμβολίζει το πολιτικό σκηνικό η δημιουργία νέων κομμάτων - Η αναδιάταξη της «τράπουλας», οι κερδισμένοι και οι χαμένοι.
Γράφει η Όλγα Τρέμη
Οι εκλογές κρίνονται πάντα στο νήμα, υπό την έννοια ότι μόνο η κάλπη μας δίνει την πραγματική εικόνα. Ενδιαμέσως, τα μόνα εργαλεία που διαθέτουμε είναι η αποτύπωση των δημοσκοπήσεων και τα μηνύματα που προσλαμβάνουμε από την κοινωνία, η οποία τον τελευταίο καιρό εκφράζεται με ηχηρό τρόπο.
Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, με τις έρευνες κοινής γνώμης «τελευταίας εσοδείας» και τα όσα εκείνες απεικονίζουν. Δεν υπάρχει λόγος (ως προς το τελικό συμπέρασμα) να εστιάσουμε στα ποσοτικά στοιχεία παρότι παραπέμπουν σε μία περαιτέρω συρρίκνωση του ποσοστού της ΝΔ και μάλιστα μόλις ενάμιση (σκάρτο) μήνα μετά την ανακοίνωση ενός πακέτου μέτρων συνολικού ύψους 1,8 δισ. στη ΔΕΘ. Το «ζουμί» βρίσκεται στη διόγκωση των αρνητικών κρίσεων από την πλευρά των πολιτών ως προς μια σειρά ζητημάτων… ευρέως φάσματος που εκτείνονται από την κυβερνητική διαχείριση των ζητημάτων της καθημερινότητας ως τη λειτουργία του Κράτους Δικαίου και ακόμη ως προς την πορεία και την προοπτική της χώρας.
Στο πεδίο αυτό υπάρχει μια εμφανής επιδείνωση και μάλιστα (συνδυαστικά) σε τέτοιο βαθμό που να εγείρεται πλέον το ερώτημα, αν η κατάσταση είναι ανατρέψιμη, όπως θα έλεγαν και οι αγγλοσάξωνες είμαστε ή όχι σε σημείο game over; Η αλήθεια πάντως είναι ότι η κυβερνώσα παράταξη δε φαίνεται να είναι σε θέση «να γυρίσει το παιχνίδι». Εξηγούμαι: Όχι μόνο εξακολουθεί να παραμένει μακριά από το στόχο της αυτοδυναμίας, αλλά διατρέχει με βάση τα σημερινά δεδομένα, τον κίνδυνο να βρεθεί απέναντι σε μια ακόμη δυσμενέστερη εικόνα. Σκέφτομαι, πόσο πολύ να θεωρήσουμε τυχαίο ότι στην παρούσα συγκυρία αναζωπυρώνονται τα σενάρια (πάντα από… κάπου τροφοδοτούμενα) περί επαναφοράς του εκλογικού νόμου Παυλόπουλου που προβλέπει μπόνους 50 εδρών (από 40 με το ισχύον εκλογικό σύστημα) κυρίως όμως το μπόνους αυτό δίδεται στο πρώτο κόμμα, χωρίς κανένα προαπαιτούμενο. Δηλαδή, ακόμη και αν το ποσοστό του είναι υποδεέστερο του 25% (σημερινός κανόνας).
Με βάση τα δημοσκοπικά ευρήματα, θα αναρωτηθούν ίσως κάποιοι για το αν επηρεάζεται δυσμενώς μόνο η κυβερνητική εικόνα ή αν αυτά έχουν αντανάκλαση και στο προσωπικό προφίλ του πρωθυπουργού. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης από την πρώτη μέρα της θητείας του βγήκε σε όλα μπροστά, τα πήρε όλα επάνω του και αυτό σημαίνει και για το καλό και για το κακό. Όσο η κυβερνητική μηχανή δούλευε, ή δημιουργούσε την εντύπωση ότι δουλεύει, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού. Τα είχε όλα και όλους στο «τσεπάκι του». Τα «παρατράγουδα» άρχισαν όταν η κυβερνητική μηχανή εμφάνισε συμπτώματα απορρύθμισης και μάλιστα επιταχυνόμενα. Το αποτέλεσμα; Ανεξάρτητα από το αν συντρέχουν ή όχι τα αντικειμενικά κριτήρια, ο πρωθυπουργός συγκεντρώνει σήμερα στο πρόσωπό του –κατά την κοινή γνώμη- τις ευθύνες και τις παραλήψεις του κυβερνητικού σχήματος.
Ας δούμε, όμως, πιο αναλυτικά τα «κρυμμένα» μηνύματα των δημοσκοπήσεων.
Πρώτον: Ως προς την πρόθεση ψήφου, η είδηση κρύβεται… στη γωνία. Δηλαδή στις δύο τελευταίες στήλες των σχετικών γραφημάτων αποτυπώνονται τα ποσοστά του «άλλου κόμματος» που από το 4,5% σκαρφάλωσε στο 7,2% και της αδιευκρίνιστης ψήφου που «τσιμπάει» περίπου μια μονάδα. Συμπέρασμα; Όπως επισημαίνει ο Δημήτρης Μαύρος, επικεφαλής της MRB (Meeting Point, Newsbomb), «αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος στρέφεται προς το "άλλο" χωρίς αυτό να έχει ανακοινωθεί». Άρα, συνεχίζει, «ο κόσμος βρίσκεται σε κατάσταση αναμονής και περιμένει να ανακοινωθεί κάτι "μεγάλο" που θα του δώσει λύσεις».
Δεύτερον: Από την αξιολόγηση του κυβερνητικού έργου σε επί μέρους τομείς (από την ακρίβεια και τη διαφθορά ως την εξωτερική πολιτική και την ασφάλεια), ο μέσος όρος των θετικών κρίσεων είναι μόλις 23,5%, εμφανώς χαμηλότερο ποσοστό του 28% που αποδίδεται στη ΝΔ με την αναγωγή στο σύνολο. Επιπρόσθετο στοιχείο. Οι ψηφοφόροι που ανήκουν στις «δεξαμενές» υψηλού ενδιαφέροντος της ΝΔ (ΠΑΣΟΚ, Ελληνική Λύση, αδιευκρίνιστη ψήφος), είναι ακόμη πιο φειδωλοί στη βαθμολογία που δίδουν στα κυβερνητικά πεπραγμένα.
Τρίτον: Είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσες οι απαντήσεις σε ένα ερώτημα που τίθεται direct και χωρίς διπλωματικές περικοκλάδες (MRB). Το ερώτημα: «Αξίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης τρίτη κυβερνητική θητεία ή πρέπει να υπάρξει κυβερνητική αλλαγή;» Αποτέλεσμα: μάλλον και σίγουρα αλλαγή, ποσοστό 69,5%. Μάλλον και σίγουρα αξίζουν, ποσοστό 26,4% (πάλι κάτω από το 28% της αναγωγής).
Τέταρτον: Το πρελούδιο για να διερευνήσουμε τις ενδεχόμενες αλυσιδωτές αντιδράσεις στο σύνολο του σημερινού πολιτικού σκηνικού, που θα μπορούσαν να προκληθούν από τη δημιουργία νέων κομμάτων, είναι η τοποθέτηση των πολιτών απέναντι στο δημοσκοπικό ερώτημα περί του βαθμού ταύτισης με τις κομματικές επιλογές τις οποίες δηλώνουν. Έχουμε και λέμε λοιπόν: Στο σύνολο των ερωτώμενων, το 56,9% δηλώνει απολύτως «ανόρεκτο», λέει δηλαδή ότι επιλέγει «το λιγότερο κακό». Και το λέει το περίπου 40% των ψηφοφόρων της ΝΔ στις τελευταίες ευρωεκλογές, αλλά προσέξτε, το 66% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, το 63% των ψηφοφόρων της Ελληνικής Λύσης και το 83% της Πλεύσης Ελευθερίας!
Πέμπτον: Ας δούμε πώς ανακατεύεται η πολιτική τράπουλα στην περίπτωση δημιουργίας νέων κομμάτων. Αν υποθέσουμε ότι προχωρά το εγχείρημα δημιουργίας πολιτικού φορέα από τον Αλέξη Τσίπρα, συγκεντρώνει ποσοστό 21,8% από τους πολίτες που λένε «σίγουρα και μάλλον θα το ψήφιζα». Αυτό προφανώς δεν έχει απόλυτη αντιστοίχηση με τις απαντήσεις που θα δίνονταν στο πλαίσιο της πρόθεσης ψήφου. Ωστόσο, υπάρχει ένα πρόσθετο στοιχείο που ενδεχομένως θα μπορούσε να παραγάγει πρόσθετη δυναμική: Ο πρώην πρωθυπουργός αναγνωρίζεται ως «ο μόνος που έχει τη δυνατότητα να ενώσει το χώρο Αριστεράς – Κεντροαριστεράς» και ταυτόχρονα «να διεκδικήσει τη νίκη στις επόμενες εκλογές» σε ποσοστό 35,2% (MRB). Προχωρώντας παρακάτω. Δημιουργία κόμματος Αντώνη Σαμαρά: σίγουρα και μάλλον θα το ψήφιζα, ποσοστό 15,9%. Και εδώ δεν υπάρχει αντιστοίχηση με την πρόθεση ψήφου. Υπάρχει όμως ένα αξιοσημείωτο εύρημα. Σήμερα, το 21,5% των ψηφοφόρων της ΝΔ στις τελευταίες ευρωεκλογές δηλώνει ότι σίγουρα και μάλλον θα το επέλεγε, ενώ αξιοσημείωτη είναι και η διείσδυση που καταγράφει το υποθετικό εγχείρημα στους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ (17,5%).
Κλείνοντας, όλα τα προαναφερθέντα ποιοτικά στοιχεία, «τραβάνε προ τα κάτω» το ποσοστό που η Νέα Δημοκρατία καταγράφει στην αναγωγή στο σύνολο (28%). Αυτή όμως η κυβερνητική εικόνα, προβληματίζει έντονα στελέχη πρώτης γραμμής και δεν αναφέρομται σε εκείνα που πιθανώς να είχαν φιλοδοξίες για την «επόμενη ημέρα». Αναφέρομαι στους υπόλοιπους που διατυπώνουν την άποψη ότι «το παιχνίδι έχει περιορισμένη προοπτική» και είναι πλέον πιθανό το ενδεχόμενο, ένα δευτερεύουσας σημασίας θέμα «να καταστεί επιταχυντής εξελίξεων». Παρένθεση σε ό,τι αφορά το χώρο της Αριστεράς – Κεντροαριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ συμπιέζεται περαιτέρω, το δε ΠΑΣΟΚ υφίσταται ισχυρές πιέσεις (Δημήτρης Μαύρος, Meeting Point).
Συμπέρασμα, όλα τα υπόλοιπα είναι παρενέργειες του βασικού σκηνικού που αναλύσαμε.
Newsbomb.gr
