Φέτος εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχοι είναι δικαιούχοι επιστροφών φόρου εισοδήματος καθώς τα φορολογικά ποσά που παρακρατήθηκαν από τις μηνιαίες συντάξεις τους το 2023 ήταν υψηλότερα από το συνολικό ετήσιο εισόδημά τους από τις συντάξεις. Αυτό σημαίνει ότι η φορολογική τους επιβάρυνση ήταν υψηλότερη από ό,τι θα έπρεπε να είναι βάσει των εισοδημάτων τους.
Έτσι, οι συνταξιούχοι που βρέθηκαν σε αυτήν την κατάσταση
είναι δικαιούχοι επιστροφών φόρου εισοδήματος, καθώς τα ποσά που παρακρατήθηκαν
από τις συντάξεις τους υπερέβησαν τα πραγματικά τους εισοδήματα και πλέον δεν
επιβαρύνονται από την Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης.
Η πλήρης προσυμπλήρωση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος
από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και η αποστολή τους στους
φορολογούμενους διευκολύνει τους πολίτες. Άλλωστε, η δυνατότητα υποβολής της δήλωσης με ένα «κλικ»
απλοποιεί τη διαδικασία και μπορεί να μειώσει τυχόν λάθη ή παραλείψεις.
Συγκεκριμένα, η
αποστολή συνοπτικών εκκαθαριστικών σημειωμάτων προς τους φορολογούμενους
επιτρέπει στους πολίτες να έχουν μια εποπτική εικόνα των δηλώσεών τους και του
τελικού φορολογικού αποτελέσματος πριν καν υποβάλουν την δήλωσή τους. Η εν λόγω
διαδικασία συμβάλει στην αποφυγή πιθανών λαθών και διευκολύνει τη διαδικασία
της φορολογικής εκκαθάρισης ενώ είναι μια πρωτοβουλία που ενισχύει την
διαφάνεια και την ευκολία στη σχέση μεταξύ της φορολογικής αρχής και των
πολιτών.
Οι λόγοι για τους οποίους συμβαίνει φέτος το φαινόμενο να
εμφανίζεται μεγάλος αριθμός συνταξιούχων -δικαιούχων επιστροφών φόρου
εισοδήματος είναι δύο
Το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του 2023 στη συντριπτική
πλειονότητα των συνταξιούχων παρακρατήθηκε συνολικά περισσότερος φόρος
εισοδήματος από αυτόν που αναλογεί στο ετήσιο εισόδημα από κύρια και επικουρική
σύνταξη. Αυτό συνέβη επειδή, για πρώτη φορά, οι συνταξιούχοι έλαβαν αυξήσεις
έως 7,75% στα ποσά των συντάξεών τους τυπικά μεν από την 1η-1-2023, ουσιαστικά
όμως από τον Μάρτιο του 2023, μαζί με αναδρομικά ποσά αυξήσεων για τους δύο
πρώτους μήνες του 2023. Τον μήνα εκείνον λοιπόν, ο υπολογισμός της μηνιαίας
παρακράτησης φόρου εισοδήματος έγινε επί πολύ σημαντικά αυξημένων ποσών
συντάξεων, καθώς σ’ αυτά είχαν προστεθεί τόσο η αύξηση του μηνός Μαρτίου όσο
και οι αυξήσεις των δύο προηγούμενων μηνών. Ειδικότερα, κατά τον υπολογισμό της
μηνιαίας παρακράτησης φόρου εισοδήματος τον μήνα Μάρτιο του 2023 και
συγκεκριμένα κατά την αναγωγή της μηνιαίας σύνταξης σε ετήσια, προκειμένου να
υπολογιστεί πρώτα ο παρακρατητέος φόρος σε ετήσια βάση και εν συνεχεία να γίνει
η διαίρεση του ετήσιου φόρου διά του 12, για να προκύψει το μηνιαίο ποσό
παρακράτησης, όπως γίνεται κάθε μήνα, συνέβησαν τα εξής:
α) Το ύψος της μηνιαίας σύνταξης που πολλαπλασιάστηκε με το
12 ήταν πρόσκαιρα σημαντικά αυξημένο, επειδή περιείχε και τις αναδρομικές
αυξήσεις των δύο προηγούμενων μηνών.
β) Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, κατά την αναγωγή της
υπεραυξημένης μηνιαίας σύνταξης σε ετήσια να προκύψει ένα πλασματικά αυξημένο
ετήσιο ποσό σύνταξης πάνω στο οποίο εφαρμόστηκε η μη τιμαριθμοποιημένη κλίμακα
φορολογίας εισοδήματος και έτσι προέκυψε, προσωρινά για το μήνα εκείνον, ένα
σημαντικά αυξημένο ποσό ετήσιου φόρου προς παρακράτηση.
γ) Το σημαντικά αυξημένο ποσό ετήσιου φόρου διαιρέθηκε με το
12 και προέκυψε, αντίστοιχα, ένα σημαντικά αυξημένο μηνιαίο ποσό φόρου
εισοδήματος, το οποίο στη συνέχεια παρακρατήθηκε από τη σύνταξη του Μαρτίου.
δ) Τους επόμενους μήνες, τα ποσά των μηνιαίων παρακρατήσεων
φόρου εισοδήματος επανήλθαν σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά του μηνός Μαρτίου,
όμως το άθροισμα των 12 μηνιαίων παρακρατήσεων φόρου εισοδήματος παρέμεινε σε
υψηλότερο επίπεδο από τον συνολικό πραγματικά αναλογούντα φόρο εισοδήματος στο
ετήσιο ποσό κάθε σύνταξης.
Ουσιαστικά, δηλαδή, η πρόσκαιρη υπεραύξηση του μηνιαίου
ποσού παρακρατηθέντος φόρου εισοδήματος τον μήνα Μάρτιο είχε ως συνέπεια το
σύνολο των μηνιαίων παρακρατήσεων φόρου εισοδήματος κατά τη διάρκεια του 2023
να είναι μεγαλύτερο εν τέλει από το σύνολο του αναλογούντος φόρου εισοδήματος
επί της συνολικής σύνταξης του έτους 2023. Η επιπλέον αυτή διαφορά που προέκυψε
μεταξύ παρακρατηθέντος και αναλογούντος φόρου εισοδήματος πρέπει πλέον να
επιστραφεί στους συνταξιούχους με την εκκαθάριση των δηλώσεών τους.
Φέτος, για πρώτη φορά μετά από 12 χρόνια, όπως αναφέρει ο
Ελεύθερος Τύπος, έπαψε να βεβαιώνεται στα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου
εισοδήματος των συνταξιούχων με ετήσια ποσά συντάξεων άνω των 12.000 ευρώ η
Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013 (Κώδικα Φορολογίας
Εισοδήματος), καθώς καταργήθηκε πλήρως και για τις συντάξεις ήδη από την
1η-1-2023. Μέχρι πέρυσι, στα εκκαθαριστικά φόρου εισοδήματος για το εκάστοτε
προηγούμενο φορολογικό έτος η εισφορά αυτή επιβάρυνε με συντελεστές κλιμακούμενους
από 2,2% έως 10% όλους τους συνταξιούχους με ετήσια φορολογητέα εισοδήματα από
συντάξεις προηγούμενου έτους μεγαλύτερα των 12.000 ευρώ. Αυτό είχε ως
αποτέλεσμα όλα σχεδόν τα εκκαθαριστικά των συνταξιούχων με ετήσια εισοδήματα
από συντάξεις μεγαλύτερα των 12.000 ευρώ να εκδίδονται μέχρι πέρυσι χρεωστικά.
Κι αυτό γινόταν επειδή η εισφορά αλληλεγγύης που αναλογούσε
στα συνολικά εισοδήματα από κύρια και επικουρική σύνταξη άνω των 12.000 ευρώ
βεβαιωνόταν ολόκληρη σχεδόν στο εκκαθαριστικό κάθε συνταξιούχου αυτής της
κατηγορίας, αφού δεν παρακρατείτο από τις συντάξεις κατά τη διάρκεια του
εκάστοτε προηγούμενου έτους, επειδή από μόνη της κάθε κύρια και κάθε επικουρική
σύνταξη δεν υπερέβαινε ετησίως τις 12.000 ευρώ.
Αυξημένα τα πιστωτικά ή μηδενικά εκκαθαριστικά
Το φετινό φαινόμενο της έκδοσης σημαντικά αυξημένου αριθμού
εκκαθαριστικών σημειωμάτων φόρου εισοδήματος τα οποία αναγράφουν επιστροφές
φόρου – κυρίως προς συνταξιούχους χωρίς εισοδήματα από άλλες πηγές των οποίων
οι δηλώσεις είναι προσυμπληρωμένες ήδη από την ΑΑΔΕ και υποβάλλονται ήδη
σωρηδόν- αποτυπώνεται και στα πρώτα στατιστικά στοιχεία της εκκαθάρισης των
φετινών δηλώσεων. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, επί συνόλου 109.863 ήδη
υποβληθεισών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2023:
Ποσοστό 24,67%, που αντιστοιχεί σε 27.103 δηλώσεις, είναι
πιστωτικό, δηλαδή δηλώσεις από τις οποίες προκύπτουν εκκαθαριστικά με
επιστροφές φόρου. Το συνολικό ποσό των επιστροφών ανέρχεται μέχρι στιγμής σε
9,85 εκατ. ευρώ.
Οι χρεωστικές δηλώσεις, δηλαδή αυτές από τις οποίες
προκύπτουν εκκαθαριστικά με χρεωστικά υπόλοιπα φόρου προς πληρωμή, είναι για
πρώτη φορά λιγότερες των πιστωτικών, καθώς ανέρχονται στο 23,05% του συνόλου ή
σε 25.323. Το συνολικό ποσό των επιπλέον φόρων προς πληρωμή που αναγράφουν τα
χρεωστικά σημειώματα ανέρχεται σε 21,78 εκατ. ευρώ.
Οι μηδενικές δηλώσεις, δηλαδή αυτές από τις οποίες
προκύπτουν εκκαθαριστικά με μηδενικά υπόλοιπα φόρου, είναι κι αυτές αυξημένες,
καθώς ανέρχονται στο 52,29% του συνόλου ή σε 57.447.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πέρυσι, επί συνόλου 6,6 εκατομμυρίων υποβληθεισών δηλώσεων, οι πιστωτικές κάλυψαν μόλις το 16% του συνόλου, οι χρεωστικές ήταν υπερδιπλάσιες των πιστωτικών, καθώς είχαν καλύψει το 36,19% του συνόλου, και οι μηδενικές ήταν λιγότερες, καθώς κάλυψαν το 47,81% του συνόλου των δηλώσεων.