Η ηλικία, το φύλο και το μέρος που ζει κάποιος σχετίζονται με την πιθανότητα λοίμωξης ανθεκτικής στα αντιβιοτικά, σύμφωνα με τα ευρήματα νέας μελέτης.
Η μικροβιακή αντοχή (AMR), κατά την οποία οι λοιμώξεις δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με αντιβιοτικά, αποτελεί μείζονα παγκόσμια απειλή για τη δημόσια υγεία.
Λίγα είναι γνωστά ωστόσο, για το πώς ο επιπολασμός της ανθεκτικότητας ποικίλλει ανάλογα με την ηλικία και το φύλο, παρόλο που η χρήση αντιβιοτικών, οι αλλαγές στην ανοσολογική λειτουργία και η έκθεση σε περιβάλλοντα υψηλού κινδύνου συνδέονται με την ηλικία και το φύλο.
Στη νέα μελέτη, οι ερευνητές της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου, ανέλυσαν δεδομένα που συλλέχθηκαν στο πλαίσιο της συνήθους επιτήρησης μεταξύ 2015 και 2019 σχετικά με λοιμώξεις της κυκλοφορίας του αίματος σε 944.520 άτομα σε 29 ευρωπαϊκές χώρες.
Η ομάδα εξέτασε τα είδη βακτηρίων που απομονώθηκαν και στάλθηκαν στην υπηρεσία επιτήρησης και τα αντιβιοτικά που χρησιμοποιήθηκαν για τη θεραπεία των λοιμώξεων.
Παρατηρήθηκαν διαφορετικά πρότυπα στον επιπολασμό της ανθεκτικότητας ανά ηλικία σε όλη την Ευρώπη, αλλά διέφεραν μεταξύ των βακτηριακών ειδών. Για τα περισσότερα αλλά όχι για όλα τα βακτήρια, η κορύφωση της ανθεκτικότητας παρατηρήθηκε στις νεότερες και στις μεγαλύτερες ηλικίες.
Η εμφάνιση του ανθεκτικού στη μεθικιλλίνη Staphylococcus aureus (MRSA) αυξήθηκε με την ηλικία, ενώ η αντοχή στην αμινοπενικιλλίνη στην Escherichia coli μειώθηκε με την ηλικία.
Ορισμένα προφίλ μικροβιακής αντοχής κορυφώθηκαν στη μέση ηλικία. Η Pseudomonas aeruginosa ήταν πιθανότερο να είναι ανθεκτική σε διάφορα αντιβιοτικά γύρω στα 30 έτη και, για τις γυναίκες, η συχνότητα εμφάνισης λοιμώξεων λόγω E. coli κορυφώθηκε μεταξύ των ηλικιών 15 και 40 ετών.
Υπήρχαν και άλλες σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων. Γενικά οι άνδρες είχαν υψηλότερο κίνδυνο μικροβιακής αντοχής από ό,τι οι γυναίκες.
«Τα ευρήματα αυτά αναδεικνύουν σημαντικά κενά στις γνώσεις μας σχετικά με την επιδημιολογία της μικροβιακής αντοχής, τα οποία είναι δύσκολο να εξηγηθούν μέσω των γνωστών μοτίβων έκθεσης σε αντιβιοτικά και επαφής με την υγειονομική περίθαλψη. Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει αξία η εξέταση παρεμβάσεων για τη μείωση του φορτίου της μικροβιακής αντοχής, οι οποίες θα λαμβάνουν υπόψη τις σημαντικές διαφοροποιήσεις στον επιπολασμό της μικροβιακής αντοχής ανάλογα με την ηλικία και το φύλο».
Οι συγγραφείς προσθέτουν: «Το γεγονός ότι ο επιπολασμός της ανθεκτικότητας στις λοιμώξεις του αίματος στην Ευρώπη διαφέρει σημαντικά ανάλογα με την ηλικία και το φύλο, αναδεικνύει σημαντικά κενά στις γνώσεις μας σχετικά με την εξάπλωση και την επιλογή της ανθεκτικότητας στα αντιμικροβιακά φάρμακα. Για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αυτή την αυξανόμενη απειλή για τη δημόσια υγεία, χρειαζόμαστε δεδομένα από ένα ευρύτερο φάσμα πηγών για να προσδιορίσουμε τη συμβολή που έχουν οι πολιτισμικές διαφορές έναντι της φυσικής ιστορίας στην διαμόρφωση αυτών των προτύπων σε παγκόσμιο επίπεδο και το ρόλο που διαδραματίζουν στα αυξανόμενα ποσοστά της μικροβιακής αντοχής που παρατηρείται».
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση PLOS Medicine.
Onmed.gr